Εισαγωγικό σημείωμα των μεταφραστών: το παρακάτω κείμενο παρουσιάζει συνοπτικά τις θέσεις του Ρώσου ιστορικού Βίκτορ Κοντράσιν σχετικά με τον λιμό του 1932-33 στην Ουκρανία και γενικότερα σε περιοχές της ΕΣΣΔ. Αφορμή για τη συγγραφή του στάθηκε η έντονη κριτική που άσκησε εναντίον του Κοντράσιν ο ουκρανός ιστορικός Στανισλάβ Κουλτσίτσκι (Станіслав Владиславович Кульчицький) στο πλαίσιο ενός συνεδρίου. Ο Κουλτσίτσκι υποστηρίζει ότι συγκεκριμένα στην Ουκρανία η λιμοκτονία αποτέλεσε μια πράξη γενοκτονίας του σταλινικού καθεστώτος εναντίον του ουκρανικού λαού. Από τη μεριά του, όπως θα φανεί στις παρακάτω γραμμές, ο Κοντράσιν ισχυρίζεται ότι ο λιμός έπληξε γενικά τη σοβιετική ύπαιθρο και δεν ήταν προσχεδιασμένος, αλλά οφειλόταν στις ανεπιτυχείς πολιτικές των ιθυνόντων της ΕΣΣΔ, οι οποίοι μάλιστα εν συνεχεία τον εκμεταλλεύτηκαν ως μέσο άσκησης πίεσης στους χωρικούς, προκειμένου αυτοί να συμμορφωθούν στις πολιτικές τους. Αυτή η πολεμική μεταξύ των δύο ιστορικών εγγράφεται σε μια γενικότερη διχογνωμία που υπάρχει επί του θέματος, με πρωταγωνιστές ιστορικούς που προέρχονται από τις δύο χώρες και υποστηρίζουν τις αντίστοιχες θέσεις.

 

Η απάντησή μου στον Σ.Β. Κουλτσίτσκι

Λίγα λόγια για το συνέδριο, τις αναφορές και το άρθρο του Κουλτσίτσκι

Στην εισήγηση που πραγματοποίησα εστίασα την προσοχή μου στα επιχειρήματα πολλών Ρώσων και Δυτικών μελετητών, που διαφωνούν με τη θεώρηση του λιμού του 1932-33 ως «πράξης γενοκτονίας (Γολοντομόρ[1]), κατά του ουκρανικού λαού».

Η ίδια μου η εισήγηση γι’ αυτό το τραγικό ζήτημα πηγάζει από το γεγονός ότι έχω περάσει πολλά χρόνια ερευνώντας την ιστορία του λιμού του 1932-33 στη Ρωσία. Έχω γράψει αναρίθμητα άρθρα που έχουν δημοσιευτεί στην Ιαπωνία, την Ιταλία και τη Σουηδία. Σε συνεργασία με την Αμερικανίδα ιστορικό D’ Ann Penner, έγραψα μια μονογραφία για τον λιμό του 1932-33 στη σοβιετική ύπαιθρο. Τη δεκαετία του 1990 πήρα μέρος σε ένα διεθνές πρότζεκτ που οργάνωσε το Ινστιτούτο Ρωσικής Ιστορίας στη Ρωσική Ακαδημία Επιστημών (РАН/RAS), με στόχο τη δημοσίευση αρχείων σχετικών με την κολεκτιβοποίηση στην ΕΣΣΔ. Ήμουν ένας από τους υπεύθυνους για τη σταχυολόγηση των αρχείων του τρίτου τόμου αυτής της συλλογής για τον λιμό του 1932-33 (Трагедия российской деревни. Коллективизация и раскулачивание [Η Τραγωδία της Σοβιετικής Υπαίθρου: Κολεκτιβοποίηση και Αποκουλακοποίηση], τόμ. 3, Μόσχα, 2001).

Η ερευνητική μου δουλειά για τον λιμό έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον των συναδέλφων μου διεθνώς. Έχω παρουσιάσει άρθρα για τον λιμό του 1932-33 στην περιοχή του Βόλγα και την ΕΣΣΔ στη Βοστόνη (ΗΠΑ), στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο (Ιαπωνία), στη Βιτσέντζα (Ιταλία) και στη Σουηδία (Σχολή Οικονομικών της Στοκχόλμης). Άλλωστε, τα άρθρα μου που επικεντρώνονται σε μια συγκριτική ανάλυση του λιμού του 1932-33 στη Ρωσία και την Ουκρανία έχουν εκδοθεί σε ακαδημαϊκές εκδόσεις ερευνητικών κέντρων με κύρος στην Ιαπωνία, τη Σουηδία και την Ιταλία. Ως εκ τούτου, εκπλήσσομαι από τον ισχυρισμό του Σ.Β. Κουλτσίτσκι ότι ως ερευνητής δεν είμαι εξοικειωμένος με τα έργα των Ουκρανών ιστορικών σχετικά με το ζήτημα του λιμού στην Ουκρανία και ότι δεν έχω γνώσεις για την κατάσταση στην Ουκρανία.

Θα ήθελα να διευκρινίσω ορισμένα πράγματα σε σχέση με την απάντησή μου, που έδωσε στον Σ.Β. Κουλτσίτσκι την αφορμή να μιλήσει για «άγνοιά» μου επί του θέματος. Πάνω απ’ όλα, αυτό που εννοούσα ήταν ότι στη Ρωσία δεν υπάρχουν ειδικά έργα που να αναλύουν τον λιμό του 1932-33 στην Ουκρανία. Αυτό είναι φυσικό, καθώς οι ιστορικοί της Ρωσίας μελετούν τον λιμό στις ρωσικές περιοχές. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι άλλοι ιστορικοί στη Ρωσία, εμού συμπεριλαμβανομένου, δεν έχουν μελετήσει συγκεκριμένο ιστορικό υλικό σχετικά με την κολεκτιβοποίηση και τον λιμό στην Ουκρανία, πράγμα που αντικατοπτρίζεται σε εκδόσεις ιστορικών έργων στη Ρωσία, την Ουκρανία και τη Δύση. Τουναντίον, λόγω της αυξημένης προσοχής που προσέλκυσε το συγκεκριμένο ζήτημα στην Ουκρανία και εξαιτίας της διάδοσης, εκ μέρους της ουκρανικής κυβέρνησης, της άποψης ότι ο λιμός του 1932-33 στην Ουκρανία είχε εξαιρετικό χαρακτήρα σε σύγκριση με αυτόν που ενέσκηψε σε άλλες περιοχές της πρώην ΕΣΣΔ, οι Ρώσοι ερευνητές μελετούν τα επιχειρήματα των Ουκρανών συναδέλφων τους με ιδιαίτερη ακριβολογία.

Και τότε και τώρα, οι Ουκρανοί συνάδελφοί μας υιοθετούν μια πονηρή προσέγγιση, ισχυριζόμενοι ότι η θεώρηση που αναπτύσσουν για τον λιμό του 1932-33 στην Ουκρανία είναι ένα εντελώς εσωτερικό ζήτημα και δεν έχει σχέση με τη σύγχρονη Ρωσία. Μετά όμως αλλάζουν γνώμη και κάνουν αντίθετες δηλώσεις. Ιδού ένα γεγονός που το επιβεβαιώνει: η έκδοση ενός βιβλίου για τον λιμό του 1932-33 από τον Σ.Β. Κουλτσίτσκι , έναν από τους βασικούς ερευνητικούς συνεργάτες του Ινστιτούτου Ιστορίας και της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών της Ουκρανίας, με τον χαρακτηριστικό τίτλο Γιατί μας κατέστρεψε.[2] Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι αυτό το βιβλίο, που εκδόθηκε στα Ρωσικά, απευθύνεται τόσο στον ρωσόφωνο πληθυσμό της Ουκρανίας όσο και στους Ρώσους. Στο βιβλίο του ο συγγραφέας αναπτύσσει τη θεώρηση του Γολοντομόρ ως «μιας πράξης γενοκτονίας κατά του ουκρανικού λαού» στην πληρέστερη και πιο προσιτή μορφή της. Επιπρόσθετα, ο συγγραφέας έκρινε σκόπιμο να κοσμήσει και το εξώφυλλο με αυτή την άποψη, την οποία πιθανώς μοιράζεται με την Οξάνα Παχλόφσκα (Оксана Пахльовська/Oxana Pachlovska), καθηγήτρια στο Τμήμα Τέχνης και Φιλοσοφίας και Πρόεδρο του Τμήματος Ουκρανικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο La Sapienza της Ρώμης. «Το γιατί ο Στάλιν κατέστρεψε την Ουκρανία», γράφει η Παχλόφσκα, «είναι πάνω απ’ όλα ένα από τα ζητήματα-κλειδιά της ρωσικής ιστορίας. Μέχρι οι Ρώσοι να αναγνωρίσουν το Γολοντομόρ ως μια πράξη γενοκτονίας, όπως έκαναν οι Γερμανοί για το Ολοκαύτωμα, η χώρα τους ποτέ δεν θα γίνει δημοκρατική. Στο μεταξύ, η αυξανόμενη απόσταση μεταξύ της Ρωσίας και της Ευρώπης θα μετατραπεί σε άβυσσο.» Πώς περιμένει κανείς από τη Ρωσία να απαντήσει σε τέτοιες δηλώσεις που μοιάζουν με τελεσίγραφα; Δεν πρόκειται πια για μια διαφωνία ακαδημαϊκών, αλλά για καθαρή πολιτική.

Ως εκ τούτου, θα ήθελα να διατυπώσω ευθέως τη βασική ιδέα της θέσης μου. Πολλοί άλλοι ειδικοί και εγώ αντιτιθέμεθα αποφασιστικά σε αυτόν τον προκατειλημμένο, πολιτικοποιημένο και χονδροειδώς ιδεολογικοποιημένο τρόπο να τεθεί το ζήτημα και πιστεύουμε –και το εκφράζουμε στο έργο μας– ότι η τραγωδία των ετών 1932-33 στην ΕΣΣΔ θα πρέπει να χρησιμεύσει προκειμένου να ενώσει, κι όχι να χωρίσει, τη Ρωσία και την Ουκρανία και τον ρωσικό και τον ουκρανικό λαό· να ιδωθεί ως μια κοινή τραγωδία, της οποίας τα διδάγματα θα πρέπει να ενισχύσουν τους ιστορικούς δεσμούς που δημιουργήθηκαν μέσα από τους αιώνες συνύπαρξης των λαών μας, στη σύνθετη περίοδο κατά την οποία η Ρωσία και η Ουκρανία εγκαθιδρύουν τη νέα τους πολιτειακή κατάσταση, μια κίνηση στον δρόμο προς τη δημοκρατία και την πρόοδο. Είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι οι ερευνητές του λιμού του 1932-33 τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ουκραινία θα πρέπει να αφιερώσουν τις προσπάθειές τους σε αυτόν τον ευγενή σκοπό.

Σε κάθε περίπτωση, η ιστορική βιβλιογραφία και η δημοσιογραφία παρουσιάζουν δύο βασικές απόψεις για τον λιμό του 1932-33 στην ΕΣΣΔ. Η πρώτη άποψη αναπτύσσεται από υποστηρικτές της θεώρησης του «Γολοντομόρ στην Ουκρανία» ως ενός ειδικά ουκρανικού φαινομένου, με άλλα λόγια ως μιας «πράξης γενοκτονίας ενάντια στον ουκρανικό λαό» που διενεργήθηκε από το σταλινικό καθεστώς. Η δεύτερη άποψη αναπτύσσεται από τους αντιπάλους τους, που βλέπουν τον λιμό ως αποτέλεσμα των λανθασμένων υπολογισμών στο πλαίσιο της σταλινικής πολιτικής της εσπευσμένης κολεκτιβοποίησης, η οποία ήταν ένα αναφαίρετο συστατικό του γενικότερου προβλήματος του βιομηχανικού εκσυγχρονισμού στην ΕΣΣΔ – μια πολιτική που εφαρμόστηκε με ισχυρές μεθόδους στο τέλος της δεκαετίας του 1920 και στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ως αποτέλεσμα της φύσης της Σοβιετικής Ένωσης και του χαρακτήρα του Στάλιν.

Η θεώρηση του «Γολοντομόρ ως γενοκτονίας» δεν επιβεβαιώνεται από τα αρχεία που σχετίζονται με την ιστορία της κολεκτιβοποίησης στην ΕΣΣΔ, τα οποία οι ερευνητές μελέτησαν και έθεσαν σε ευρεία κυκλοφορία εντός των ακαδημαϊκών κύκλων τη δεκαετία του 1990 και στις αρχές του 2000. Αυτά τα αρχεία είναι απολύτως επαρκή για την κατανόηση των αιτιών, του εύρους και των συνεπειών του λιμού του 1932-33 σε διάφορες περιοχές της ΕΣΣΔ, και ιδιαίτερα στην Ουκρανία. Είναι αδύνατο, επί τη βάσει αρχείων, να ισχυριστεί κανείς ότι το 1932-33 ο Στάλιν και οι συνεργάτες του εφάρμοζαν μια πολιτική που στόχευε στην εξολόθρευση του ουκρανικού λαού ή μέρους του τελευταίου. Το τεράστιο σύμπλεγμα αρχείων και άλλων πηγών δεν περιέχει καμία ευθεία επιβεβαίωση αυτής της θέσης, κάτι που, κατά τη γνώμη μας, καθιστά απλά παράλογο ακόμη και το να θέτει κανείς το ερώτημα περί «γενοκτονίας».

Στο μεταξύ, η συσχέτιση μεταξύ της εκβιομηχάνισης και του λιμού είναι προφανής, στον βαθμό που συνδέεται με τις εξαγωγές στη διάρκεια του λιμού. Αυτό το χαρακτηριστικό της σοβιετικής εκβιομηχάνισης δεν είναι μια σταλινική επινόηση. Παραδείγματος χάρη, ανάμεσα στο 1887 και το 1891, περίπου 10 εκατομμύρια τόνοι σιτηρών εξήχθησαν από τη Ρωσία προκειμένου να εξοικονομηθούν πόροι για την εκβιομηχάνιση, πράγμα που οδήγησε στον «Λιμό του Τσάρου» του 1891-2. Την περίοδο 1930-33, σχεδόν 13 εκατομμύρια τόνοι σιτηρών εξήχθησαν από την ΕΣΣΔ, εξού και το εύρος της τραγωδίας στις σιτοπαραγωγικές περιοχές.

Η θεωρία του Γολοντομόρ ως γενοκτονίας μοιάζει μη πειστική από τη σκοπιά της συμπεριφοράς της σταλινικής ηγεσίας στις παραμονές και κατά τη διάρκεια του λιμού. Εάν επρόκειτο για μια πράξη λιμοκτονίας, θα είχαν ακολουθήσει τη λογική των ναζιστικών πράξεων στα εβραϊκά γκέτο στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου – με άλλα λόγια, θα είχαν βρει μια τελική λύση για το ζήτημα, σταματώντας την αποστολή τροφής και άλλων υλικών πόρων στην Ουκρανία. Αλλά αυτό δεν συνέβη.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, που βασίζονται σε μια ανάλυση των πηγών του τρίτου τόμου της συλλογής αρχείων που τιτλοφορείται Η Τραγωδία της Σοβιετικής Υπαίθρου: Κολεκτιβοποίηση και Αποκουλακοποίηση, το 1933 η Ουκραινία δέχθηκε ένα σύνολο 501.000 τόνων σιτηρών υπό τη μορφή δανείων, ένα ποσό που ήταν 7,5 φορές μεγαλύτερο από αυτό που δέχθηκε το 1932 (65.600 τόνοι). Οι ρωσικές περιοχές (εξαιρουμένου του Καζακστάν) δέχθηκαν 990.000 τόνους, δηλαδή μόνο 1,5 φορά παραπάνω απ’ ό,τι το 1932 (650.000 τόνοι).

Γιατί η Κεντρική αρχή έστειλε μια τόσο μεγάλη ποσότητα σιτηρών στην Ουκρανία το 1923; Επειδή η πλέον οξεία κατάσταση είχε διαμορφωθεί στις σιτοπαραγωγικές περιοχές της Ουκρανικής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, πράγμα που απειλούσε να διαταράξει την εκστρατεία για τη σπορά, κάτι που η σταλινική ηγεσία δεν μπορούσε να επιτρέψει, εξαιτίας του ειδικού ρόλου που έπαιζε η δημοκρατία αυτή στην παραγωγή σιτηρών για τη χώρα. Κατά την άποψή μας, η αναδιανομή υλικών πόρων προς όφελος της Ουκρανίας το 1933, καθώς και μια σειρά άλλων μέτρων για την ενίσχυση της οικονομίας της, δεν αντιστοιχούν στην αντίληψη μιας κυβέρνησης που θα επέτρεπε την εφαρμογή μιας «γενοκτονικής» πολιτικής σε σχέση με οποιονδήποτε λαό.

Αν και οι Ουκρανοί ιστορικοί ισχυρίζονται ότι οι αιτίες του λιμού ήταν διαφορετικές σε κάθε περιοχή, τα έγγραφα τεκμηριώνουν ότι ο βασικός του μηχανισμός υπήρξε παντού ο ίδιος· δηλαδή η κολεκτιβοποίηση, οι κρατικές διανομές σιτηρών, η αγροτική κρίση του 1932, η αντίσταση των χωρικών και «η τιμωρία τoυς διαμέσου της πείνας» προκειμένου να ενισχυθεί το καθεστώς και να επιβληθεί το σύστημα των συλλογικών αγροκτημάτων. Δεν έχει τεκμηριωθεί μέσα από τα έγγραφα η ύπαρξη κάποιου άλλου μηχανισμού. Για την ακρίβεια, το ζήτημα δεν αφορά μόνο τις σιτοπαραγωγικές περιοχές, αλλά και άλλες, ιδιαίτερα το Καζακστάν, όπου η κολεκτιβοποίηση και οι κρατικές διανομές κρέατος υπονόμευαν τη διατροφική βάση του πληθυσμού.

Το πιο ισχυρό, και ίσως και το πιο σοβαρό, επιχείρημα που προβάλλουν οι υποστηρικτές της θεώρησης του «Γολοντομόρ ως γενοκτονίας» έχει να κάνει με τις δημογραφικές απώλειες στην Ουκρανία, που σωστά υπολογίζονται από τον Σ.Β. Κουλτσίτσκι κάπου ανάμεσα σε 3 με 3,5 εκατομμύρια θύματα. Κατά τη γνώμη μας, το εύρος της τραγωδίας στην Ουκρανία οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στη σιτοπαραγωγική ικανότητα αυτής της δημοκρατίας και στον εξαιρετικά πυκνό της πληθυσμό, ο οποίος βρέθηκε στη ζώνη της ολικής κολεκτιβοποίησης. Οι απώλειες καθορίστηκαν, εξίσου, από το εύρος της αντίστασης των χωρικών, καθώς και από μέτρα που υιοθετήθηκαν από την κεντρική κυβέρνηση και τις τοπικές αρχές σε απάντηση της αντίστασης αυτής, προκειμένου να την καταστείλουν και να εμποδίσουν την κατάρρευση του συστήματος των κολχόζ.

Δεν αρνούμαι ότι λιμός του 1932-33 και η γενικότερη οικονομική κρίση στην Ουκρανία οδήγησαν το σταλινικό καθεστώς στην υιοθέτηση προληπτικών μέτρων, στοχοποιώντας το εθνικό κίνημα στην Ουκρανία και, πηγαίνοντας ακόμα πιο πέρα, την πιθανή κοινωνική του βάση (διανοούμενους, ανθρώπους του κρατικού μηχανισμού, χωρικούς) ενόψει της επικείμενης στρατιωτικής αντιπαράθεσης της Σοβιετικής Ένωσης με τους εχθρούς της. Παρ’ όλα αυτά, η πρώτη και κύρια αιτία της τραγωδίας στην Ουκρανία, όπως και σε άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης, δεν ήταν το ζήτημα των εθνοτήτων, αλλά η ανάγκη ενίσχυσης του συστήματος των συλλογικών αγροκτημάτων και της σταλινικής πολιτικής τάξης πραγμάτων εν γένει, ζητήματα που επιλύθηκαν μέσα από την εφαρμογή χαρακτηριστικά καταπιεστικών μεθόδων, που σχετίζονταν με την επιθυμία του καθεστώτος να είναι νικηφόρο και τον χαρακτήρα του Στάλιν.

Κατά την άποψή μας, περίπου τέσσερα με πέντε εκατομμύρια άνθρωποι εκτός Ουκρανίας χάθηκαν στον λιμό του 1932-33 – ίσως και περισσότεροι. Σήμερα, Ρώσοι ειδικοί ερευνούν εντατικά το πρόβλημα αυτό. Μπορούμε να θεωρήσουμε τα εκατομμύρια αυτά ως θύματα της «γενοκτονίας του Γολοντομόρ»; Ο Σ.Β. Κουλτσίτσκι νομίζει πως όχι. Πιστεύει ότι το Γολοντομόρ υπήρξε πράξη γενοκτονίας μόνο στην Ουκρανία, ενώ σε άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης υπήρξε απλά λιμός. Υποστηρίζει ότι η κατάσχεση του συνόλου των προμηθειών σε τρόφιμα έλαβε χώρα στην ουκρανική ύπαιθρο κατά τη διάρκεια των κρατικών διανομών των σιτηρών, ενώ στη Ρωσία κατασχέθηκαν μόνο σιτηρά και όχι άλλα διατροφικά είδη.

Παρ’ όλα αυτά, δεν παραθέτει κάποιες συγκεκριμένες ντιρεκτίβες που δόθηκαν από την Κεντρική αρχή, ενώ βασίζεται μόνο σε καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων. Τα επιχειρήματά του, ότι τα έγγραφα αυτά καταστράφηκαν ως αποτέλεσμα της εγκληματικής φύσης του σταλινικού καθεστώτος ή ότι οι εντολές αυτές δόθηκαν προφορικά από τον Στάλιν και τα πρωτοπαλίκαρά του, φαίνονται μη πειστικά, για να το θέσουμε ήπια, στους ειδικούς της σταλινικής περιόδου. Κρίνοντας από τα άρθρα που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο από τους Ουκρανούς συναδέλφους μου, αυτή είναι η γενική τους θέση και δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό να παρουσιάσουν οποιαδήποτε σημαντικά έγγραφα σχετικά με το θέμα αυτό.

Στην πολεμική που ξεκίνησε στο τέλος της συνεδρίας, έκανα στον Σ.Β. Κουλτσίτσκι την παρακάτω ρητορική ερώτηση: «Γιατί πέθαιναν από την πείνα οι άνθρωποι στη Ρωσία, αν είχαν κατασχεθεί μόνο τα σιτηρά τους και όχι τα άλλα τους τρόφιμα; Πώς μπορεί κάποιος να εξηγήσει το γεγονός ότι πέθαιναν, κατά τη διάρκεια των κρατικών διανομών των σιτηρών, αν είχαν κατασχεθεί μόνο τα σιτηρά τους, ενώ τα υπόλοιπα τρόφιμά τους όχι;»

Ενώ ο Σ.Β. Κουλτσίτσκι με κατηγορεί ότι είμαι «ανεπαρκώς εξοικειωμένος με το θέμα που βρισκόταν στην ατζέντα της συνεδρίας», προκειμένου να το ακούσουν όλοι στην Ουκρανία, ο ίδιος είναι ένοχος ασυγχώρητων λαθών (ή μήπως παραλήψεων;) και κατ’ αυτό τον τρόπο παρασύρει τους συναδέλφους του σε λάθος κατεύθυνση. Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου επέμενε ότι ο Στάλιν επέβαλλε αποκλεισμούς μόνο στην Ουκρανία και στην Κούβα προκειμένου να περικλείσει τους πεινασμένους λαούς σε μια ζώνη λιμού· απαγορευόταν να φύγουν από αυτήν και σε αυτό οφείλεται ο βαρύς φόρος θανάτου και το «Γολοντομόρ ως γενοκτονία». Αναφέρομαι στη διαβόητη ντιρεκτίβα της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος όλης της Ένωσης (Μπολσεβίκοι) και του Συμβουλίου των Κομισάριων του Λαού της Ε.Σ.Σ.Δ. (22 Ιανουαρίου 1933) σχετικά με τα μέτρα που στόχευαν στην παρεμπόδιση της μαζικής εξόδου των λιμοκτονούντων χωρικών, βάσει των οποίων η μαζική αναχώρηση των χωρικών από την ουκρανική σοβιετική σοσιαλιστική δημοκρατία και τον βόρειο Καύκασο «σε αναζήτηση ψωμιού» έπρεπε να παρεμποδιστεί.

Γιατί δεν αναφέρει ο Σ.Β. Κουλτσίτσκι ποτέ το γεγονός ότι η ντιρεκτίβα αυτή ήταν δεσμευτική όχι μόνο για την Ουκρανία και του Κουμπάν, αλλά εξίσου για την περιοχή του Don και τις εθνικά αυτόνομες περιοχές του βορείου Καυκάσου, και ότι στις 16 Φεβρουαρίου επεκτάθηκε στην περιοχή του Κάτω Βόλγα (στη σημερινή διοικητική περιοχή του Αστραχάν, του Βολγογκράντ και του Σαράτοφ, όπως και στη Δημοκρατία της Καλμουχίας);

Μια άλλη ιδέα της θεώρησης του «Γολοντομόρ ως γενοκτονίας» στην Ουκρανία είναι ότι εκατοντάδες χιλιάδες Ρώσοι χωρικοί έφτασαν από τη Ρωσική Σοβιετική Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία για να αντικαταστήσουν τα εκατομμύρια των Ουκρανών χωρικών που χάθηκαν κατά τη «γενοκτονία». Για την ακρίβεια, η απόφαση του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος όλης της Ένωσης (Μπολσεβίκοι) [CC AUCP (B)] της 22ης Οκτωβρίου 1933 με τίτλο «Σχετικά με τη μετεγκατάσταση των συλλογικών αγροκτημάτων στην Ουκρανία» αφορά 21.000 συλλογικά αγροκτήματα σε περιοχές της Ρωσίας και της Λευκορωσίας (Η Τραγωδία της Σοβιετικής Υπαίθρου: Κολεκτιβοποίηση και Αποκουλακοποίηση, τόμ. 3, σ. 809-81). Αυτή η μετεγκατάσταση έλαβε χώρα αποκλειστικά για οικονομικούς σκοπούς. Για την ακρίβεια, ενώ οι χωρικοί κατέφταναν από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, οι χωρικοί στην Ουκρανία μετακινούνταν από τη μία διοικητική περιοχή στην άλλη.

Εν κατακλείδι, θα ήθελα να παρουσιάσω στους αξιότιμους Ουκρανούς αναγνώστες σας τον πυρήνα της προσέγγισης πάνω στο πρόβλημα του λιμού του 1932-33, που υιοθετούν Ρώσοι και ξένοι μελετητές, οι οποίοι δεν υποστηρίζουν τη θεώρηση του «Γολοντομόρ ως γενοκτονίας» στην Ουκρανία.

  1. Ο λιμός αυτός ήταν το αποτέλεσμα της πολιτικής του σταλινικού καθεστώτος ενάντια στους χωρικούς κατά τη διάρκεια του Πρώτου Πενταετούς Πλάνου, των λανθασμένων υπολογισμών του, καθώς και των απάνθρωπων, εγκληματικών μέτρων που πάρθηκαν εναντίον των χωρικών, γεγονός που οδήγησε στην κατάρρευση της γεωργίας σε όλη τη χώρα και στον λιμό.
  2. Κανένας δεν σχεδίασε αυτό τον λιμό, αλλά το σταλινικό καθεστώς τον εκμεταλλεύτηκε προκειμένου να εξαναγκάσει τους χωρικούς να δουλέψουν στα συλλογικά αγροκτήματα και να επιβάλει την πολιτική πορεία που είχε επιλέξει να πάρει.
  3. Ο λιμός έλαβε ιδιαίτερο χαρακτήρα, βάσει των γνωρισμάτων κάθε περιοχής στην οποία εμφανίστηκε. Αυτά καθόρισαν το εύρος και τις συνέπειές του. Πάνω απ’ όλα, επηρέασε τις περιοχές της ολικής κολεκτιβοποίησης, όπου οι αρχές συνάντησαν την ενεργητική αντίσταση των χωρικών στις κρατικές διανομές σιτηρών και την απειλή της απόλυτης κατάρρευσης της γεωργίας.
  4. Ο λιμός δεν στόχευε σε μεμονωμένα έθνη. Δεν υπήρξε γενοκτονία συγκεκριμένα ενάντια στον λαό της Ουκρανίας· υπήρξε μία κοινή τραγωδία του ουκρανικού, του ρωσικού και των άλλων λαών της χώρας μας, για την οποία υπαίτια ήταν η σοβιετική ηγεσία.

Ο λιμός του 1932-33 ήταν μια τραγωδία που έπληξε ολόκληρη τη σοβιετική ύπαιθρο, ειδικότερα την Ουκρανία και τη Ρωσία. Συνεπώς, η τραγωδία αυτή θα έπρεπε να ενώσει, παρά να διχάσει τους λαούς αυτούς.

Απολογούμαι για την (ενδεχομένως) συναισθηματική μου προσέγγιση. Προσπάθησα, όμως, μέσα από τη γλώσσα του συναισθήματος να παρουσιάσω τεκμηριωμένα γεγονότα και τα επιχειρήματα που βασίζονται σε αυτά, χωρίς να ισχυρίζομαι, σε καμία περίπτωση, ότι αυτά είναι τέλεια, πόσο μάλλον η απόλυτη αλήθεια, σε αυτό τον δημόσιο διάλογο που έχει αρχίσει (επιτέλους!) γύρω από ένα θέμα που είναι τόσο δραματικά οξύ για την Ουκρανία, και τώρα για τη Ρωσία.

[1] Στα ουκρανικά Голодомoр, το οποίο παράγεται από το морити голодом, που σημαίνει δολοφονία μέσω πείνας – Σημείωση των μεταφραστών.

[2] Δηλαδή γιατί ο Στάλιν κατέστρεψε εμάς τους Ουκρανούς – Σημείωση του συγγραφέα.