Η Rebecca Sommer (ΡΣ) είναι μια γερμανίδα καλλιτέχνιδα, δημοσιογράφος και εθελόντρια στην υποστήριξη προσφύγων. Δούλεψε στο παρελθόν και μέχρι το 2012 σαν σύμβουλος στα Ενωμένα Έθνη και επίσης στην Γενεύη για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα αυτόχθονα έθνη και το διεθνές δίκαιο. Συνεργάστηκε πάνω από μια δεκαετία στενά με τον οργανισμό UNHCR υπεύθυνο για τους πρόσφυγες. Από το έτος 2012 εργάζεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα των προσφύγων στην Ευρώπη. Ίδρυσε και καθοδηγεί την οργάνωση Arbeitsgruppe Flucht+ Menschenrechte (oμάδα εργασίας φυγής και ανθρωπίνων δικαιωμάτων), ένα δίκτυο, το οποίο υποστηρίζει πρόσφυγες στο Βερολίνο. Τον Γενάρη του 2018 έδωσε συνέντευξη για το προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα στην Γερμανία, που δημοσιεύτηκε σε δυο πολωνικές εφημερίδες (βλ. https://vimapress.gr/sos-stamatiste-tin-apodochi-prosfygon-amesos-rebecca-sommer-ethelontis-synodos-prosfygon-ke-voithos-ensomatosis/).
Μια μαρτυρία για τους πρόσφυγες και μετανάστες από άτομο που δούλεψε με αυτούς και μάλιστα μέσα από υπηρεσίες και επιτροπές του ΟΗΕ θα είχε κανονικά μεγάλο ενδιαφέρον γιατί θα ανάδειχνε με συγκροτημένο τρόπο στοιχεία που αφορούν το status τους σαν προσφύγων, πολιτικών προσφύγων είτε μεταναστών, την εθνική τους προέλευση, την κοινωνική τους προέλευση και την οικονομική τους κατάσταση, το μορφωτικό και πολιτιστικό τους επίπεδο, το ποιοι είναι οι συγκεκριμένοι λόγοι που έφυγαν από τον τόπο τους, το γιατί επιζητούν να έρθουν στην Δύση και δεν προτιμούν μιαν άλλη χώρα πιο κοντά στην δική τους αλλά και στον τρόπο ζωής τους, τις γενικότερες αντιλήψεις τους για την πολιτική και την συσχέτισή της με τα αίτια της φυγής τους. Δυστυχώς πολύ λίγα πράγματα από αυτά βγαίνουν από την μακροσκελή συνέντευξή της σαν να είναι θέματα που δεν υπάρχουν ή που δεν πρέπει να μας ενδιαφέρουν. Και όσα χρήσιμα στοιχεία βγαίνουν, είναι ποτισμένα μέχρι το μεδούλι με αντιισλαμική προκατάληψη, αντίθεση προς την συγκεκριμένη θρησκεία, που είναι το πρωτεύον και κεντρικό στοιχείο που θέλει να αναδείξει. Αυτό που βγαίνει είναι ένας αντιισλαμικός λίβελλος τον οποίο αν πάρει κανείς στα σοβαρά θα αναγνωρίσει το βασικό αίτιο της σημερινής παγκόσμιας κακοδαιμονίας. Δεν είναι άλλος από την μουσουλμανική θρησκεία. Με δεδομένο ωστόσο πως η θρησκεία αυτή είναι μια πολύ διαδομένη θρησκεία και πως σε πολλές χώρες αντιπροσωπεύει την μεγάλη ή συντριπτική πλειοψηφία αν όχι το 100 % του πληθυσμού και ακόμη συνιστά βασικό στοιχείο του πολιτισμού τους, η αντίθεση προς το Ισλάμ συνεπάγεται πρακτικά την αντίθεση με έθνη και λαούς, οδηγώντας έτσι στον ή ενισχύοντας τον εθνικό σωβινισμό απέναντί τους, ιδιαίτερα όταν προέρχεται από μια χώρα της Δύσης.
Λέει στην αρχή πως τα πρώτα χρόνια πίστευε ότι οι άνθρωποι που έρχονται είναι πραγματικοί πρόσφυγες, και πως θα είχαν την θέληση να προσαρμοστούν και να ενσωματωθούν. «Αλλά με την πάροδο του χρόνου και αποσπασματικά αποκαλύφθηκε η πικρή αλήθεια… Σίγουρα το σημείο αναφοράς και αλλαγής στην πορεία των πεποιθήσεών μου και στις πεποιθήσεις πολλών υπήρξε η πρωτοχρονιά του έτους 2015 στην Κολωνία της Γερμανίας. Εκεί έπρεπε να παραδεχτώ στον εαυτό μου, ότι αυτή η συμπεριφορά ταιριάζει στην συντριπτική πλειοψηφία των μουσουλμάνων, με τους οποίος αλληλεπιδρούσα (εννοεί τις μαζικές παρενοχλήσεις και βιασμούς Γερμανίδων από μετανάστες στη συγκέντρωση για την πρωτοχρονιά). Στο παρελθόν λέει: “Εμπιστευόμουν και βασιζόμουν στα ιδανικά μας, στην ελευθερία, στην ισοτιμία των ευρωπαϊκών αξιών και ήμουν μάλιστα τόσο αφελής να πιστεύω, ότι κάθε άνθρωπος θα υιοθετούσε και θα αγκάλιαζε ενθουσιασμένος τα ιδανικά αυτά… Αλλά δυστυχώς έγινα η ίδια μάρτυρας σαν εθελόντρια, και αναγκάστηκα να παρακολουθώ επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές για μεγάλο χρονικό διάστημα ετών, και να παραδεχτώ εν τέλει, ότι όταν αφορά μουσουλμάνους πρόσφυγες, έχουν μεγαλώσει με παντελώς διαφορετικές αξίες, ότι έχουν υποστεί τέτοια πλύση εγκεφάλου από την παιδική τους ηλικία και έχουν κατηχηθεί κατά τέτοιο τρόπο από το Ισλάμ, ώστε να αντιμετωπίζουν εμάς τους “απίστους” με αλαζονεία και υπεροψία”. Σε άλλο σημείο λέει επίσης: “Επιπρόσθετα όταν καταφθάνουν στην Γερμανία καταλήγουν πολλοί εξ αυτών στα χέρια φανατικών φονταμενταλιστών μουσουλμάνων ιμάμηδων του πολιτικού Ισλάμ, το οποίο εισάγεται από την Τουρκία, από την Σαουδική Αραβία, το Ιράν, το οποίο ενισχύει τον θρησκευτικό τους φανατισμό και τον φονταμενταλισμό τους και τους απαγορεύει να αφομοιωθούν από εμάς τους άπιστους και να υιοθετήσουν τον δικό μας τρόπο ζωής, να αποδεχτούν τη δική μας κοσμοθεωρία και τις αξίες μας, την επιστήμη μας“.
Ιδιαίτερο βάρος στην συνέντευξή της ρίχνει στην λεγόμενη “τακτική της εξαπάτησης στην βάση της θρησκείας” γνωστή σαν Τακίγια. Διαπίστωσε αυτήν την εξαπάτηση στις κοινωνικές προσωπικές σχέσεις της με μουσουλμάνους πρόσφυγες, στο ότι της λέγανε ψέματα, καθώς και στην απόκρυψη του φανατισμού τους για την θρησκεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αντίφασης σε αυτά που λέει είναι πως ενώ διαπίστωσε μια τέτοια εξαπάτηση προερχόμενη από τις ίδιες τις επιταγές και προτροπές της μουσουλμανικής θρησκείας, διαπίστωσε επίσης ότι αυτοί οι “πιστοί” μουσουλμάνοι δεν ήταν τελικά πιστοί αφού “ούτε προσεύχονταν ούτε πήγαιναν στο τζαμί, ούτε νήστευαν για το ραμαζάνι, μάλιστα γελούσαν για τους πιο θρησκευόμενους μουσουλμάνους πίσω από την πλάτη μου και καθήμενοι στον κήπο μου, με αποκαλούσαν μία ηλίθια Γερμανίδα πόρνη”. Τότε τι σόι πιστοί μουσουλμάνοι ήταν; Δηλαδή από το Κοράνι εφάρμοζαν μόνον την υποτιθέμενη επιταγή της “εξαπάτησης”!
Για την ίδια αυτή προτροπή του Κορανίου είναι γνωστό πως ιστορικά αφορούσε την στάση απόκρυψης της πίστης όταν υπήρχε κίνδυνος διωγμού. Να τι γράφει η Εγκυκλοπαίδεια Brittanica: “Τακίγια στο Ισλάμ είναι η πρακτική της απόκρυψης της πίστης κάποιου και μη εφαρμογής των συνήθων θρησκευτικών καθηκόντων όταν αυτός βρίσκεται υπό απειλή θανάτου ή τραυματισμού… μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προστασία είτε ενός ατόμου είτε για την προστασία της κοινότητας”. Αλλά επίσης: “Στις πολύ περισσότερες περιπτώσεις η έμφαση δίνεται στην (προστασία) της κοινότητας παρά στην προσωπική εξασφάλιση […] Η Τακίγια έχει χρησιμοποιηθεί από τους σιίτες, την μεγαλύτερη μειονοτική πτέρυγα του Ισλάμ, λόγω των ιστορικών διωγμών τους και πολιτικών ηττών όχι μόνο από μη μουσουλμάνους αλλά επίσης και από την πλειοψηφούσα πτέρυγα των σουνιτών [… ] Η 16η σούρα (κεφάλαιο του Κορανίου) … αποκαλύφθηκε … για να ησυχάσει την συνείδηση του Αμάρ ιμπν Γιασίρ, πιστού οπαδού του Μωάμεθ που αποκήρυξε την πίστη του κάτω από βασανιστήρια και με την απειλή του θανάτου … Ο στίχος 106 αυτής της σούρα λέει ότι αν ένας μουσουλμάνος που εξαναγκάζεται να αποκηρύξει την θρησκεία του ενώ είναι πραγματικός πιστός … δεν θα τιμωρηθεί με βαρειά τιμωρία”. Υπάρχει συμφωνία ανάμεσα σε μουσουλμάνους μελετητές και δικαστές ότι η Τακίγια “δεν δικαιολογείται με την απειλή προσωρινής φυλάκισης ή άλλων σχετικά ελαφρών τιμωριών”. Με βάση τα Χαντίθ (παραδοσιακές ρήσεις του Μωάμεθ), υπάρχουν συμβουλές και συστάσεις του Μωάμεθ σχετικές με τον πόλεμο. “Μερικοί μελετητές του Κορανίου ερμηνεύουν αυτούς τους θρύλους σαν παραδείγματα της Τακίγια. Αποφεύγοντας την μάχη απέναντι σε εχθρούς του Ισλάμ μέχρις ότου μπορέσουν να συγκεντρώσουν αρκετή στρατιωτική δύναμη και ηθική υποστήριξη”.
Φυσικά με την έννοια αυτή η Τακίγια δεν είναι κάποια ιδιαίτερη θρησκευτική προτροπή του Ισλάμ αλλά μια παγκόσμια αποδεκτή τακτική όποιου κάνει πόλεμο ή παράνομο αγώνα. Είναι όμως αμφίβολο ακόμη και με αυτήν την έννοια της απόκρυψης από τον εχθρό κατά πόσο οι “φονταμενταλιστές” και μάλιστα η Αλ Κάϊντα την εφάρμοζε και την εφαρμόζει. Είναι γνωστό πως το FBI σαν ένα κριτήριο για αναγνώριση υπόπτων επιβατών για αεροπειρατεία στις πτήσεις, χρησιμοποιεί και τις διατροφικές τους συνήθειες (μη κατανάλωση χοιρινού). Τα παραπάνω η ΡΣ τα μεταφέρει στην καθημερινή κοινωνική ζωή όπου βέβαια είναι ανυπόστατα και το παράδειγμα που η ίδια δίνει το επιβεβαιώνει. Επισείει ακόμη τον κίνδυνο της Τακίγια για τις γυναίκες που συνάπτουν σχέσεις με μουσουλμάνους και τον επεκτείνει και στην πολιτικοοικονομική ζωή: “Με τον όρο Τακίγια δηλ. εξαπάτηση με τους όρους του Κορανίου, απαλλάσσεται ο μουσουλμάνος από κάθε ευθύνη απέναντι στους απίστους -και αυτή η προειδοποίηση απευθύνεται ειδικά στις γυναίκες, οι οποίες διατηρούν σχέσεις με μουσουλμάνους. Αλλά ειδικά και στους πολιτικούς, οι οποίοι συνάπτουν συμβόλαια ή συμφωνίες με μουσουλμανικούς οργανισμούς, διότι κανένας όρκος, ούτε στο όνομα του Αλλάχ έχει σημασία, διότι ακυρώνεται από την εφαρμογή της Τακίγια δηλ. της εξαπάτησης, διότι ο ίδιος ο Αλλάχ φρόντισε με το Κοράνι να απαλλάξει τους μουσουλμάνους από την τήρηση των όρκων τους, εφόσον έχουν συναφθεί με απίστους ή αλλόθρησκους”. Στην Brittanica γράφεται σχετικά: “O 28ος στίχος της τρίτης σούρα λέει ότι…οι πιστοί δεν θα πρέπει να δείχνουν προτίμηση στην φιλία με άπιστους “εκτός για να διασφαλίσουν τους εαυτούς τους απέναντι σε εκείνους”.” Άρα δηλώνεται πως μπορεί να υπάρχει τέτοια φιλία στην οποία ωστόσο κανονικά δεν θα πρέπει να δείχνουν προτίμηση, δηλαδή δεν την αναφέρει ούτε σαν υποδεέστερη. Θα ήταν ενδιαφέρον να έδινε η ίδια κάποια παραδείγματα αθέτησης συμφωνιών και συμβολαίων από “μουσουλμανικούς οργανισμούς” και χώρες με μη μουσουλμανικές τέτοιες, πχ. με την Γερμανία, βασισμένης στην θρησκεία, και τις σχετικές καταγγελίες. Προφανώς είναι ανίκανη να αντιληφθεί πως η καλή πίστη ή η εξαπάτηση στις οικονομικές συναλλαγές δεν είναι θέμα θρησκείας. Αλήθεια, η διεθνής απάτη της Wolkswagen που αφορούσε ψεύτικες μετρήσεις εκπομπών των οξειδίων του αζώτου στις δοκιμές ελέγχου των αυτοκινήτων, για την οποία πιθανόν και το ίδιο το γερμανικό κράτος να είναι αναμειγμένο, σε ποιά λατρεία άλλη από την λατρεία του χρήματος- κεφαλαίου πρέπει να καταλογισθεί;
Η ΡΣ μιλάει και για την τρομοκρατία: “Άλλοι πάλι έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί (προσηλυτίστηκαν στο ακραίο Ισλάμ). Ή αντιλαμβάνεσαι αργότερα, ότι ήταν ενεργοί μαχητές της τζιχαντιστικής Αλ Νούσρα ή του Ισλαμικού Κράτους, και είναι ακόμα φανατικοί οπαδοί των τρομοκρατικών οργανώσεων αυτών”. Και παρόλο που μεταξύ των προσφύγων είναι αρκετοί, οι οποίοι ήταν ενεργά μέλη σε τρομοκρατικές οργανώσεις, που άνηκαν στο Ισλαμικό Κράτος ISIS, οι οποίοι είχαν ριζοσπαστικοποιηθεί στην Γερμανία και έχουν διαπράξει ειδεχθή εγκλήματα, δεν επιτρέπει η νομοθεσία της Γερμανίας την απέλασή τους”. Όμως αυτοί “οι οποίοι είχαν ριζοσπαστικοποιηθεί στην Γερμανία” όπως και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, δεν είναι σημερινοί πρόσφυγες αλλά αποδεδειγμένα γεννημένοι στις δυτικές χώρες που εκεί στρατολογήθηκαν από το Ισλαμικό Κράτος δηλαδή ήταν ή είναι πολίτες χωρών της ΕΕ, πήγαν στην Μ. Ανατολή (κυρίως στο Ιράκ και την Συρία) και μετά πολλοί από αυτούς γύρισαν. Όσον αφορά τους ενεργούς μαχητές και τους φανατικούς οπαδούς, κυρίως της Αλ Νούσρα στην Συρία (που δεν πήγαν από την Ευρώπη), είναι ακριβώς εκείνοι που δεν φεύγουν και αν φύγουν θα φύγουν τελευταίοι. Αν οι ενεργοί μαχητές και φανατικοί οπαδοί έφευγαν έτσι, τότε δεν θα υπήρχαν ακόμη σήμερα στην Συρία ισλαμιστές αντάρτες ενώ τα στοιχεία δείχνουν ότι κυρίως αυτοί κρατάνε απέναντι στην επίθεση του συριακού στρατού και τους βομβαρδισμούς των Ρώσων. Αυτό το στοιχείο μπαίνει στην συνέντευξη για να εκφοβίσει παραπέρα, έχει τρομοκρατικό χαρακτήρα.
Αναφερόμενη στην εγκληματικότητα λέει: “Έχουμε πραγματικά σοβαρά προβλήματα […] Στο Αμβούργο και στο Σλέσβιγκ Χόλσταΐν έχουμε ένα σόι – συμμορία αραβικής καταγωγής, το οποίο τρομοκρατεί διαρκώς την περιοχή. Στο Βερολίνο έχουμε ακόμα ένα σόι – συμμορία από το Λίβανο, το οποίο αυξήθηκε σύμφωνα με τους ειδικούς τα τελευταία 20 χρόνια σε 1000 συμμορίτες. Το σόι αυτό ασχολείται κυρίως αλλά όχι μόνο με το εμπόριο ναρκωτικών. Σαν αποτέλεσμα αυτού, έχει δημιουργηθεί κατά κάποιο τρόπο ένα είδος παράλληλης δικαιοσύνης, το οποίο το δικό μας δικαστικό σύστημα αδυνατεί να θέσει υπό έλεγχο. Δικηγόροι, δικαστές, αστυνομία, όλοι προφανώς φοβούνται και τρομοκρατούνται από δαύτους, και οι αρχές έχουν απολέσει κάθε έλεγχο […] Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία πρόκειται για την τρίτη γενιά των συμμοριών μεταναστών στο Βερολίνο. Για τους κάτοικους του Βερολίνου είναι εξαιρετικά επικίνδυνοι. Έχουν την κουλτούρα του μίσους και της περιφρόνησης. Σύμφωνα με τους γνωρίζοντες διαπράττουν τα εγκλήματά τους εν ψυχρώ χωρίς αναστολές. Πράττουν χωρίς ενδοιασμούς και προβαίνουν με ιδιαίτερη σκληρότητα στα εγκλήματά τους και φυσικά υποστηρίζονται επανειλημμένως από αυτή την υπέρ των μουσουλμάνων θρησκευτική ιδεολογία, η ιδεολογία αυτής της συγκεκριμένης μορφής όμως, δεν υιοθετείται για του λόγου το αληθές από τους μετριοπαθείς μουσουλμάνους. Ακόμα και πρόσφυγες επιστρατεύονται από αυτούς τους συμμορίτες […] Είχαν παντού καταστήματα για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, αρτοποιία, πιτσαρίες, κομμωτήρια, ψιλικατζίδικα, χαρτοπαικτικές λέσχες, μπαρ με αργιλέδες, όπου εργάζονταν παράνομα πρόσφυγες, οι οποίοι χρησιμοποιούνται ποικιλότροπος σαν βαποράκια. Ένα ρεπορτάζ κάλυψε αυτά τα γεγονότα στην τηλεόραση, οι περισσότεροι εξ αυτών ακόμα ζουν από την πρόνοια, εξαπατούν κακόβουλα το προνοιακό μας κράτος … Έχουμε και σόγια συμμορίτες βαλκανικής προέλευσης… Στις πάμπολλες δραστηριότητές τους συγκαταλέγονται η πλαστογραφία διαβατηρίων, το εμπόριο λευκής σαρκός, η αγοραπωλησία κοριτσιών και η διατήρηση γυναικών σκλάβες του σεξ δηλαδή η μαστροπεία. Μεταξύ αυτών και δωδεκάχρονα κορίτσια, τα οποία πωλήθηκαν από τους γονείς τους σαν νύφες και αγοράσθηκαν και μεταπωλούνται από αυτούς τους μαστροπούς. Πολλές από αυτές τις συμμορίες βιάζουν συστηματικά, εκβιάζουν στην συνέχεια και παράγουν παιδική πορνογραφία”.
Μιλάει για την εγκληματικότητα αλλά δεν την ερμηνεύει κοινωνικά. Την συνδέει με την εθνικότητα και πάλι με την μουσουλμανική θρησκεία. Λέει χαρακτηριστικά ότι αυτοί διαπράττουν “τα εγκλήματά τους εν ψυχρώ χωρίς αναστολές … και με ιδιαίτερη σκληρότητα” και με υποστήριξη από την θρησκευτική ιδεολογία. Σημειωτέον ότι δεν μνημονεύει εδώ “εγκλήματα τιμής”. Φαίνεται πως οι Γερμανοί ή άλλοι μη μουσουλμάνοι κακοποιοί διαπράττουν εγκλήματα μόνον εν θερμώ και με αναστολές. Δεν βλέπει ότι την υποδομή για την εγκληματικότητα όπως ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, ναρκωτικά, βιασμούς, πορνογραφία κοκ., την προσφέρει “έτοιμη” η γερμανική κοινωνία, τόσο στην βάση των κοινωνικών συνθηκών όσο και των δικτύων που από πριν υπήρχαν πλάι στα οποία στήνονται νέα. Δεν μπορεί βέβαια να δει και ίσως δεν ενδιαφέρεται να δει πως οι λούμπεν συμπεριφορές μιας μερίδας προσφύγων – μεταναστών συνδέονται είτε με την κοινωνική προέλευση και τις συνθήκες ζωής τους στην παλιά κοινωνία, με το γεγονός πως μπορεί σαν τέτοιοι να ήρθαν (επειδή κάνει αναφορά στα Βαλκάνια, αυτό σίγουρα ισχύει για το Κοσσυφοπέδιο που είχε γίνει κέντρο διακίνησης ναρκωτικών), με την ίδια την κατάσταση τους σαν προσφύγων-μεταναστών δηλαδή ανθρώπων που φύγανε και εκεί που πήγανε δεν μπόρεσαν να ενταχθούν, να βρουν μια μόνιμη δουλειά, και συνδέεται οπωσδήποτε με τον πολύ χαμηλό βαθμό της κοινωνικής και πολιτικής τους συνείδησης. Παρουσιάζει, οπωσδήποτε με μεγάλη δόση υπερβολής, πως το κράτος έχει χάσει κάθε έλεγχο και πως και η αστυνομία ακόμη τρομοκρατείται!
Αναφέρεται επίσης στην βία στα σχολεία την οποία κι’ αυτήν αποδίδει στο Ισλάμ: “… Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως έχουμε με τα παιδιά από μουσουλμανικές οικογένειες, οι οποίες είναι και η μεγαλύτερη ομάδα των παιδιών με ξένη καταγωγή. Όπως ανέφερα και προηγουμένως, πρόκειται για έναν πολιτισμό, ο οποίος υποστηρίζει την επιβολή του δυνατότερου και για αυτό τον λόγο συγκεκριμένα έχουμε και το μεγάλο πρόβλημα της επιθετικότητας των μαθητών αυτών στα σχολεία μας. Αλλιώς από ότι διαπαιδαγωγούνται τα παιδιά μας στις γερμανικές οικογένειες, διαπαιδαγωγούνται αυτά τα παιδιά με φυσική βία, και η φυσική βία εφαρμόζεται από τον πατέρα ή από τα μεγαλύτερα αδέρφια και ανήκει όπως βλέπω και ακούω στην καθημερινότητά τους. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τα παιδιά αυτά να είναι πάρα πολύ επιθετικά- και να λύνουν τα προβλήματά τους αποκλειστικά με τον τρόπο αυτό, δηλαδή της βίας. Και επίσης λειτουργεί σε αυτά τα άτομα η ψυχολογία της αγέλης. Παιδιά, τα οποία διαπαιδαγωγήθηκαν διαφορετικά με άλλο πολιτισμικό υπόβαθρο, τα οποία έχουν μάθει να λύνουν τα προβλήματά τους συζητώντας και έχουν μάθει να σέβονται και να αποδέχονται την διαφορετική άποψη του συνομιλητή τους από τα γεννοφάσκια τους, συγκαταλέγονται στους χαμένους της υπόθεσης. Αυτά τα παιδιά συζητούν, και στα μάτια των μουσουλμάνων παιδιών, αυτή η συμπεριφορά διακρίνει τους αδύναμους και διακρίνει και χαρακτηρίζει τον συνομιλητή τους σαν πιθανό θύμα».
Και εδώ η ερμηνεία της είναι λαθεμένη. Παλιότερα αυτή η βία προς τα παιδιά από τους γονείς ίσχυε και στις δυτικές κοινωνίες σε μεγαλύτερο βαθμό – όχι πως δεν υπάρχει σήμερα – που δεν ήταν ισλαμικές αλλά χριστιανικές. Το ίδιο και οι σωματικές ποινές από τους δασκάλους προς τους μαθητές. Η χριστιανική Ελλάδα είναι το καλύτερο παράδειγμα. Και τρώγαμε ξύλο από τους γονείς και στα σχολεία, δημοτικά και γυμνάσια αυτό κυριαρχούσε (τουλάχιστον μέχρι το 1974). Στη Γερμανία τα γνώριζαν αυτά τότε και γελούσαν. Παρόλα αυτά δεν οδηγούσε σε αυξημένη επιθετικότητα στα σχολεία, αν συνέβαινε θα έπρεπε όλοι σαν μαθητές να είμαστε επιθετικοί. Αντίθετα η αυξημένη επιθετικότητα στα σχολεία στην Δύση συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας -να μη μιλήσουμε για την Αμερική όπου έχει ένοπλο χαρακτήρα- είναι χαρακτηριστικό της σημερινής εποχής, τώρα που μειώθηκε το ξύλο στο σπίτι και απαγορεύτηκε στο σχολείο, γιατί τα δύο πράγματα είναι ουσιωδώς ασυσχέτιστα.
Άλλο μεγάλο πρόβλημα κατά την ΡΣ είναι η ισλαμική μαντήλα. “Αν αναλογιστείς, πόσοι άνθρωποι καταφεύγουν ξαφνικά στην Γερμανία που φορούν ισλαμική μαντίλα, και μόνο η μαζικότητα των ανθρώπων αυτών αλλοιώνει την Γερμανία τα πάντα. Αυτό είναι από τώρα ορατό. […] Εν τέλει θέλει κάθε άνδρας μουσουλμάνος που εγκαθίσταται ως νέος πολίτης στη Γερμανία, μία γυναίκα μουσουλμάνα υποδεέστερη, φυσικά καλυμμένη με ισλαμική μαντίλα. […] Έχουμε μάλιστα κάνει βήματα προς τα πίσω, διότι πολλές που ζουν εδώ και καιρό εδώ, φορούν σήμερα ισλαμική μαντίλα […] δεν θέλω δασκάλα ή καθηγήτρια με μουσουλμανική μαντίλα, η οποία αποτελεί πρότυπο μίμησης για την νεολαία μας. Η ισλαμική μαντίλα συμβολίζει την θετική προσέγγιση στον διαχωρισμό των φύλων, διότι αυτό ακριβώς είναι το σιωπηρό και πειστικό περιεχόμενο του μηνύματος ενός ατόμου που φοράει την μαντίλα. Η μαντίλα δηλώνει μάλιστα: Υποτάσσομαι στον άνδρα. Είναι θρησκευτική ομολογία, ένα θρησκευτικοϊδεολογικό σύμβολο, το οποίο διαχωρίζει τον κόσμο σε χαλάλ δηλαδή ευλογημένο και χαράμ δηλαδή θρησκευτικώς παράνομο. […]”Επιπλέον υποστηρίζω την απαγόρευση της ισλαμικής μαντίλας στα σχολεία για δασκάλους, καθηγητές και μαθητές και στο δημόσιο”.
Δεν θέλει λέει δασκάλα ή καθηγήτρια με μαντήλα γιατί αποτελεί πρότυπο μίμησης για τη (γερμανική προφανώς) νεολαία. Φυσικά αυτό είναι ανοησία. Δηλαδή κορίτσια και νεαρές Γερμανίδες που δεν έχουν καμιά σχέση με την ισλαμική θρησκεία να την φορέσουν από μίμηση! Το λογικό είναι το ανάποδο, πολύ πιο εύκολο είναι η πλειοψηφία να επηρεάσει την μειοψηφία όταν μάλιστα βρίσκεται στην χώρα της. Τι σημαίνει “θετική προσέγγιση” στον διαχωρισμό των φύλων; Διαχωρισμός των φύλων στο ντύσιμο υπάρχει ούτως ή άλλως. Η φούστα δεν είναι στοιχείο διαχωρισμού των φύλων; Η κοινωνική και πολιτική προσέγγιση στο ζήτημα πρέπει να λάβει υπόψη τα εξής: Η μαντήλα είναι στοιχείο θρησκευτικής πίστης αλλά η γυναίκα που την φοράει – και μάλιστα στην Δύση – γενικά το θέλει η ίδια και δεν υποχρεώνεται να την φοράει. Όταν στην Περσία η ισλαμική επανάσταση έριξε τον Σάχη, το καθεστώς Χομεϊνί επέβαλε στις γυναίκες το τσαντόρ. Αυτό ήταν μια απαράδεκτη υποχρέωση για τη μειοψηφία εκείνη των γυναικών που δεν το ήθελαν, δεν ήταν όμως υποχρέωση για την μεγάλη πλειοψηφία τους που το φορούσαν ούτως ή άλλως. Όταν αργότερα η μουσουλμανική και παρόλα αυτά αριστερή και με μαζική επιρροή οργάνωση Μουτζαχεντίν Χαλκ, ήρθε σε ρήξη με το καθεστώς και βγήκε παράνομη, οι γυναίκες μέλη και οπαδοί της πολιτικοί πρόσφυγες στην Δ. Ευρώπη, χωρίς κανείς να τις υποχρεώνει φορούσαν το τσαντόρ. Στην Τουρκία με την επανάσταση του Κεμάλ καταργήθηκε υποχρεωτικά και με νόμο η μαντήλα. Αυτό το μέτρο θεωρήθηκε σαν μεταρρυθμιστικό στο πλαίσιο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης. Δεν αντικατόπτριζε ωστόσο αλλαγή στην στάση απέναντι στη θρησκεία από την πολύ μεγάλη πλειοψηφία των γυναικών και συνολικά του λαού της χώρας. Για αυτό ήταν ένα εκατό στα εκατό αντιδημοκρατικό μέτρο. Το γεγονός πως η αστικοδημοκρατική επανάσταση δεν προχώρησε αλλά συμβιβάστηκε με τους γαιοκτήμονες και τους κομπραδόρους στο εσωτερικό και με το ξένο κεφάλαιο διεθνώς, σήμαινε πως οι κοινωνικές δομές κατά το πολύ μεγαλύτερο μέρος τους δεν μεταβλήθηκαν και γιαυτό οι ρίζες που έτρεφαν τη θρησκεία και την επιρροή της στον λαό διατηρήθηκαν. Και όχι μόνον διατηρήθηκαν αλλά τελικά και ενισχύθηκαν. Φτάσαμε έτσι στην δεκαετία του ’80 και του ’90 όπου σε συνειδητή αντίθεση με το κοσμικό κράτος μεγάλες μάζες γυναικών, από τα φτωχότερα συνήθως στρώματα, φόρεσαν και πάλι την μαντήλα. Όταν εκλέχτηκε για πρώτη φορά πρόεδρος ισλαμιστής, το φασιστικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας (όργανο του στρατού που στην πραγματικότητα κυβερνούσε την χώρα), επέβαλε στην γυναίκα του να βγάλει την μαντήλα. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν η κυριαρχία της μαντήλας. Αντίθετη στάση από αυτήν του Κεμάλ την ίδια εποχή υιοθέτησαν οι μπολσεβίκοι, αν και αντιπροσώπευαν ένα σκαλί παραπάνω στην κλίμακα της ιστορικής προόδου. Στις Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου, σε όλες τις περιοχές με κυρίαρχο μουσουλμανικό πληθυσμό, υιοθέτησαν την πολιτική της ελευθερίας της ισλαμικής λατρείας και διατήρησης των θρησκευτικών συμβόλων μεταξύ των οποίων ήτανε και η μαντήλα. Διατήρησαν ακόμη και τη λειτουργία των ισλαμικών δικαστηρίων που δίκαζαν σύμφωνα με τον νόμο της σαρία, παράλληλα με τα σοβιετικά δικαστήρια. Στο Συνέδριο των λαών της Ανατολής που έγινε το 1920 στο Μπακού και στο οποίο συγκεντρώθηκαν περίπου 1900 αντιπρόσωποι από πρώην τσαρικές αποικίες της Ρωσίας και μετέπειτα σοβιετικές δημοκρατίες, χώρες, μισοαποικίες και αποικίες της Ανατολής μαζί με αντιπροσώπους της Διεθνούς, συμμετείχαν και γυναίκες. Από αυτούς γύρω στους 1200 ήταν κομμουνιστές. Το συνέδριο αποφάσισε με μεγάλη πλειοψηφία πως οι γυναίκες αντιπρόσωποι είχαν το δικαίωμα να φέρουν την μαντήλα.
Η ΡΣ μιλάει για ελευθερίες αλλά θέλει να περιορίσει αν όχι να αρνηθεί την ελευθερία των μουσουλμάνων γυναικών να φοράνε τη μαντήλα. Ανάμεσα δε στις ελευθερίες που μνημονεύει και που «απειλούνται» από τους μουσουλμάνους είναι και οι ακόλουθες πολύ σοβαρές: “…στο μη θεοκρατούμενο και κοσμικό κράτος μας, όπου γυναίκες και άντρες μέσω νόμου είναι ισότιμοι, όπου καταναλώνεται χοιρινό κρέας, όπου μπορούμε μάλιστα και γυμνοί να κάνουμε ηλιοθεραπεία. Αυτή η ελευθερία είναι πολύτιμη και πολύ εύθραυστη”.
Μιλάει σαν φεμινίστρια: “… Αυτού του είδους παρενοχλήσεις γυναικών εθελοντών συμβαίνουν τακτικά, αλλά κανένας δεν δημοσιοποιεί τέτοια συμβάντα, επειδή καμία δεν θέλει να χαρακτηριστεί σαν αντίπαλος ή σαν εχθρός των προσφύγων. […] η συμπεριφορά αυτή πηγάζει από το αίσθημα της υπεροψίας που έχει ο πρόσφυγας που πηγάζει από το Ισλάμ αντιμετωπίζοντας εμάς τους απίστους ή τις αλλόθρησκες γυναίκες. Κυρίως απέναντι στις ευρωπαίες “πόρνες”, διότι ακριβώς με αυτήν την εικόνα στα κεφάλια τους έρχονται αυτοί οι άντρες από την πατρίδα τους. […] Υπάρχουν και γυναίκες Γερμανίδες δικαστές, οι οποίες διανέμουν επίσης αυτό το περίεργο είδος λευκής επιταγής: το οποίο σημαίνει συγκεκριμένα, ότι γυναίκες δικάζουν και καταδικάζουν ανθρώπους του ιδίου φύλου! Σε μία ιδιάζουσα περίπτωση, προσπαθούσε να βρει μία δικαστής νομικούς λόγους να αθωώσει και να δικαιολογήσει έναν Τούρκο βιαστή […] Για να συνοψίσουμε: δεν επιθυμώ σε καμία περίπτωση την επέκταση μιας παράλληλης κοινωνίας, η οποία είναι ιδιαιτέρως επιβλαβής για εμάς τις γυναίκες και μας καταπιέζει και μας στερεί σταδιακά την πολύτιμη ελευθερία μας”. Αξιοσημείωτη η άποψη της ΡΣ για την καταδίκη ανθρώπων του ιδίου φύλου. Δηλαδή οι γυναίκες δικαστές θα έπρεπε να καταδικάζουν τους άνδρες και να αθωώνουν τις γυναίκες!
Μιλάει και σαν πολιτική αστυνομία. Επανειλημμένα αναφέρεται σαν γενική κατάσταση, στην αδυναμία και αδιαφορία των μουσουλμάνων προσφύγων και μεταναστών να μιλήσουν καλά τη γερμανική γλώσσα, να βρουν δουλειά μόνιμη ώστε να μην τους θρέφει το γερμανικό κράτος. Παρόλα αυτά: “Δεν σημαίνει επειδή μιλάς άρτια Γερμανικά και εργάζεσαι τακτικά, ότι έχεις προσαρμοστεί, εάν ταυτόχρονα απορρίπτεις τις αξίες της κοινωνίας που σε φιλοξενεί, αν δεν αισθάνεσαι ούτε στο ελάχιστο προσκείμενος στις δυτικές αξίες, στη Γερμανία και στους συνανθρώπους σου που την κατοικούν, ή αν υποστηρίζεις την άποψη, ότι η Γερμανία πρέπει να ασπαστεί τις μουσουλμανικές αξίες και να υποκύπτει διαρκώς στα θρησκευτικο-πολιτισμικά καπρίτσια των μουσουλμάνων, τότε αυτός ο άνθρωπος είμαι της άποψης, δεν ταιριάζει στην κοινωνία των λαών της Ευρώπης”. Δεν αρκεί επομένως να μιλάς καλά γερμανικά και να δουλεύεις τακτικά, ακόμη να μην παραβιάζεις τον νόμο κοκ. Πρέπει να προσαρμοστείς και αυτό σημαίνει να ενστερνιστείς την ιδεολογία μας, τις δυτικές μας αξίες. Αυτό θα πει υπέρμαχος των ελευθεριών και των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Η μη αποδοχή ωστόσο των “δυτικών αξιών” που δεν ταιριάζει “στην κοινωνία των λαών της Ευρώπης” αντικειμενικά απευθύνεται όχι μόνον στους μουσουλμάνους αλλά και σε άλλες κατηγορίες κοινωνικοπολιτικές, για παράδειγμα στους κομμουνιστές ή τους αναρχικούς. “Η εξάπλωση του πολιτικού Ισλάμ πρέπει με όλα τα μέσα να αποτραπεί και να μην του χαϊδεύουμε τα αυτιά. Πολλά τζαμιά ευθύνονται για την εξάπλωση και την διάδοση του πολιτικού Ισλάμ. Αρχικά χρειαζόμαστε νόμους, οι οποίοι θα καθορίζουν τι ακριβώς θα επιτρέπεται να κηρύττεται, κυρίως όμως τι δεν επιτρέπεται. Για αυτό τον λόγο δεν θα έπρεπε να επιτραπεί να δημιουργηθούν καινούργια τζαμιά, πριν ελέγξουν και παρακολουθήσουν εξονυχιστικά τα ήδη υπάρχοντα τζαμιά, στρέφοντας την προσοχή μας ιδιαιτέρως σε αυτούς που τα χρηματοδοτούν […] Αλλά τους πολιτικούς δεν φαίνεται να τους απασχολεί αυτό καθόλου”.
Όσον αφορά την εργασία ζητά η Γερμανία να δέχεται εκείνους τους ξένους που είναι “αξιοποιήσιμοι” για να μην “εξαρτώνται έτσι μονίμως από την πρόνοια του κράτους μας”. Η αλήθεια είναι ότι το γερμανικό κράτος έχει δεχτεί τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων σε όλη την Ευρώπη. Σύμφωνα με στοιχεία της UNHCR στα τέλη του 2017 στην Γερμανία υπήρχαν 1.413.127 πρόσφυγες, αιτούμενοι άσυλο και άλλοι που είχαν ανάγκη “μέριμνας”. Αυτοί αφορούν το πρόσφατο κύμα προσφύγων – μεταναστών που δεν είχαν ακόμη αποκτήσει ένα σταθερό καθεστώς. Άλλα στοιχεία του OHE (2019), δείχνουν ότι στην Γερμανία ζουν συνολικά 13.000.000 ξένης καταγωγής άνθρωποι. Όμως η ίδια η Μέρκελ to 2015 είχε μιλήσει θετικά στο να αποδεχτεί η Γερμανία πρόσφυγες – μετανάστες από την Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν και έκανε παρόμοιες δηλώσεις πιο πρόσφατα. Αυτές τις έκανε πάνω στην βάση της ζήτησης για εργατικά χέρια και συντήρησης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης απέναντι στην υπογεννητικότητα και την τάση γήρανσης του πληθυσμού και πρόβαλε αυτήν την κίνηση σαν έναν παράγοντα επέκτασης και ενίσχυσης της γερμανικής οικονομίας. Οι δηλώσεις αυτές είναι σε συμφωνία με τις εκτιμήσεις ευρωπαϊκής μελέτης στα τέλη του περασμένου αιώνα που πρόβλεπε ότι στην επερχόμενη περίοδο η Ευρώπη θα είχε την ανάγκη περίπου 50.000.000 πρόσθετων εργατικών χεριών. Παρά τις ανησυχίες της ΡΣ το γερμανικό κεφάλαιο γνωρίζει καλύτερα πόσοι ξένοι είναι εργασιακά “αξιοποιήσιμοι”. Αλλά και οι άνεργοι ακόμα σαν εφεδρική εργατική δύναμη, μπορεί να είναι κοινωνικά “αξιοποιήσιμοι”.
Άλλα στοιχεία τα οποία αναφέρει είναι: “Η συντριπτική πλειοψηφία των λεγόμενων προσφύγων και μεταναστών, από το έτος 2015 μέχρι και σήμερα είναι άνδρες”, πως το μορφωτικό τους επίπεδο είναι γενικά χαμηλό και στερούνται επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Παραδέχεται πως τώρα η πλειοψηφία των νέων συμμετοχών που στελεχώνουν τις ΜΚΟ και γενικά τις οργανώσεις που συνδράμουν τους πρόσφυγες και που δεν είναι δημόσιοι κοινωνικοί λειτουργοί, δεν είναι εθελοντές άλλα έμμισθοι. Δεν λέει όμως κάτι για τις πηγές χρηματοδότησης. Είναι έρανοι; Κάποιοι πληρώνουν. Και αυτοί που πληρώνουν το κάνουν από ανθρωπισμό;
Λέει και ορισμένες αλήθειες όπως ότι πολλοί που ζητούν άσυλο σαν πρόσφυγες είναι απλά μετανάστες: “… Ή μαθαίνεις ότι η οικογένεια ναι μεν είναι φτωχή, αλλά ζούσε σε ένα ασφαλές μέρος στη Συρία και ήρθε εδώ για να βελτιώσει το βιοτικό της επίπεδο”. Ότι επίσης μπορεί να έχουν περιουσιακά στοιχεία στις χώρες τους και ότι μερικές φορές οι λόγοι για τους οποίους αιτούνται άσυλο δεν ευσταθούν: Και από αυτά τα κράτη έρχονται μεγάλες μάζες μεταναστών και αιτούνται για τους πιο αξιοπερίεργους λόγους άσυλο στην χώρα μας. Όπως για παράδειγμα “ο γείτονάς μου τρέφει θυμό για το άτομό μου, γιατί τράκαρα το αυτοκίνητό του και δεν έχω χρήματα να το επισκευάσω”.” Λέει ότι ενώ πολλοί μετανάστες γίνονται δεκτοί σαν πρόσφυγες, μετά “… η πολιτική μας αντιμετωπίζει κάθε πρόσφυγα σαν μετανάστη, δηλαδή όχι σαν κάποιον που επιζητά την προστασία για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και στο τέλος επιστρέφει στον τόπο του”.
Βαθιά αντίληψη της ΡΣ η οποία διαποτίζει όλη την συνέντευξή της είναι η πεποίθησή της για την ανωτερότητα του δυτικού πολιτισμού, του “πολιτισμού μας” όπως λέει, και μάλιστα την ηθική ανωτερότητά του: “Είναι λοιπόν δεδομένο, ότι σε αυτούς τους πολιτισμούς που έχουν διαμορφωθεί υπό το Ισλάμ, μετρά ο δυνατότερος. Δεν συμβιβάζεται με την κοσμοθεωρία τους αν απλά κάποιος από καλοσύνη βοηθά τον συνάνθρωπό του. Είσαι για αυτούς απλώς χαζός, επομένως αδύναμος. Και έτσι μας αντιλαμβάνονται, σαν χαζούς, σαν αποτυχημένη κοινωνία αδύναμων. Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να το αντιληφθούν, διότι δεν συμβαδίζει με το μεταρρυθμισμένο, διαφωτισμένο, χριστιανικό, ανθρωπιστικό σύστημα αξιών, στο οποίο στηρίζεται ολόκληρος ο πολιτισμός μας”. Όμως τίποτα δεν απέχει από την αλήθεια περισσότερο από μια τέτοια διακήρυξη. Αυτό γίνεται άμεσα αντιληπτό αν εξετάσει κανείς την συλλογική πολιτική αυτού του πολιτισμού στις διεθνείς σχέσεις. Εκεί φαίνεται αμέσως πως το “μετρά ο δυνατότερος” είναι απαράβατη αρχή αυτού ακριβώς του πολιτισμού και εκφράζεται στους πολέμους που κάνει ενάντια στους αδύνατους και την εκμετάλλευση που ασκεί όταν “από καλοσύνη” τους δίνει οικονομική βοήθεια και δάνεια. Φυσικά αυτός ο ίδιος πολιτισμός συγκαλύπτει την ουσία της πολιτικής του με ένα καλά υφασμένο ιδεολογικό οπλοστάσιο και αντίστοιχη πρακτική, που περιλαμβάνει τον ανθρωπισμό (και εκείνον των ΜΚΟ συμπεριλαμβανομένου), τον φιλοπεριβαλλοντισμό (και εκείνον των μεγάλων δυτικών εταιρειών συμπεριλαμβανομένου), τον φεμινισμό (του οποίου η ίδια είναι διακεκριμένη εκπρόσωπος, και εκείνου που ζητούσε και ζητά να συνεχιστεί η αμερικάνικη στρατιωτική επέμβαση στο Αφγανιστάν σαν εγγύηση για τις ελευθερίες που “κέρδισαν” οι γυναίκες, συμπεριλαμβανομένου), τον πασιφισμό (ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για την διευθέτηση όλων των συγκρούσεων με έμφαση στην μη βία από την μεριά των καταπιεσμένων, αφοπλισμό με σκοπό την παράδοση των όπλων των εξεγερμένων και απαγόρευση των όπλων μαζικής καταστροφής για αυτούς που δεν έχουν), τον αντιρατσισμό (όλοι είμαστε ίσοι αλλά μερικοί από μας είναι “πιο ίσοι”), τον “δικαιωματισμό”, τον “πολυπολιτισμό” (από τον οποίο όμως η ΡΣ μετά βδελυγμίας αποκλείει το Ισλάμ) κοκ. Εκεί στις χώρες του Τρίτου Κόσμου είναι το πεδίο που δοκιμάζονται οι “δυτικές αξίες” και καθαρά φαίνεται το σύγχρονο και αληθινό περιεχόμενό τους.
Η επιβεβαίωση πως όλα αυτά δεν αποκλείουν καθόλου τον εθνικισμό έρχεται με τα ίδια τα λόγια της: “Αλλά κανείς δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται, ότι με αυτή την συμπεριφορά δέχονται οι δικές μας αξίες επίθεση και υφίστανται διάκριση από τους μουσουλμάνους εις βάρος μας. Αυτό πυροδοτεί πραγματικά μέσα μου οργή. Διότι λυπάμαι τους Γερμανούς και ειδικά τις γυναίκες. […] Πολύ φοβάμαι, ότι θα γίνουμε μάρτυρες του ακόλουθου εφιαλτικού φαινομένου στις επόμενες εκλογές σε τέσσερα χρόνια. Οι μουσουλμάνοι θα ιδρύσουν νωρίτερα ή αργότερα το δικό τους κόμμα, μιας και έχουν τόσους πολυάριθμους ψηφοφόρους και θα κερδίσουν με συντριπτική πλειοψηφία. Κυρίως με την βοήθεια των κομμάτων όπως των Πρασίνων-οικολόγων, τον κομμάτων αριστερής ιδεολογίας και σχεδόν όλων των υπολοίπων κομμάτων, οι οποίοι τους κολακεύουν και τους διευκολύνουν διαρκώς, αλλάζοντας στο μέλλον και νόμους προς το συμφέρον της θρησκευτικής μειονότητας αυτής και θα είμαστε εμείς εν τέλει η πλειοψηφία που θα πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα […] Πολλοί μουσουλμάνοι, ιδίως το πολιτικό Ισλάμ, το οποίο καθοδηγείται έξωθεν από μουσουλμανικά κράτη, σκέφτονται με ποιο τρόπο μπορούν να επιβάλλουν τα δικά τους συμφέροντα- και δεν αισθάνονται ούτε στο ελάχιστο την ανάγκη να το κρύψουν. Αν ιδρύσουν ένα μουσουλμανικό κόμμα θα κερδίσουν με αυτόν τον τρόπο περισσότερη επιρροή στη Γερμανία. Γνωρίζουμε στο facebook λογαριασμούς όπου διατυμπανίζεται η άποψη να εξισλαμιστεί η Γερμανία … Μπορεί να δεις για παράδειγμα έναν σκύλο που ουρεί πάνω σε μια ισραηλινή σημαία, όπου δημοσιοποιείται και κατευθύνεται δημοσίως μίσος εναντίων μας και προτρέπει δημοσίως στην καταδίωξή μας. Και αυτοί οι λογαριασμοί δεν σβήνονται, δεν μπλοκάρονται, εξίσου δεν σβήνονται και δεν μπλοκάρονται οι λογαριασμοί φανατικών μουσουλμάνων των αποκαλούμενων Σαλαφιστών!”. Έχει σημασία να σταθεί κανείς σ’ αυτό το ντελίριο κινδυνολογίας. Οι μουσουλμάνοι, ιδίως το πολιτικό Ισλάμ που καθοδηγείται από το εξωτερικό με την βοήθεια σχεδόν όλων των κομμάτων θα κερδίσει την συντριπτική πλειοψηφία! Το “σχεδόν όλων των υπόλοιπων κομμάτων” μπορεί να αφήνει έξω ίσως το CSU (Χριστιανοκοινωνική Ένωση) και με βεβαιότητα μόνον το AFD και τους καθαρόαιμους ναζί. Αυτά που λέει – πιστεύουμε άθελά της – εκεί οδηγούν πολιτικά ακόμη και αν παίρνει θέση υπέρ του (σιωνιστικού) Ισραήλ. H ΡΣ παρουσιάζει όλους τους μουσουλμάνους πρόσφυγες και μετανάστες σαν ένα ενιαίο μπλοκ (θα φτιάξουν ένα κόμμα λέει, όχι περισσότερα), με αντιδυτικό προσανατολισμό στην βάση της θρησκείας, πράγμα που καθόλου δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Πρέπει επίσης να παρατηρηθεί η μεγάλη αντιστροφή της πραγματικότητας στην σχέση της χώρας της με τις μουσουλμανικές χώρες. Η Γερμανία, καρδιά της ιμπεριαλιστικής ΕΕ που αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος, που βασίζει μεγάλο μέρος του πλούτου της στην εκμετάλλευση λαών άλλων χωρών, που και στρατιωτικά άρχισε να συμμετέχει στις διεθνείς επεμβάσεις (όπως μέσω του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν), είναι αυτή που απειλείται από λαούς και χώρες της Μ. Ανατολής να επιβάλλουν τα δικά τους συμφέροντα και που έχουν καταστεί εσωτερικός κίνδυνος για τον πολιτισμό και το πολιτικό της καθεστώς. Πρόκειται για πολιτική ανισορροπία. Κλείνει λέγοντας: “Έχω την εντύπωση πως υπάρχουν συμφέροντα στην Ευρώπη τα οποία κατευθύνουν τα τεκταινόμενα, ώστε να δημιουργήσουν μια διαφορετική Ευρώπη, να αλλοιωθεί το διεθνές δίκαιο, να άρουν την αυτοδιάθεση των λαών και των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεών τους και να εξαλείψουν κάθε ίχνος αυτών τον προνομίων που απολαμβάναμε μέχρι πρότινος“. Το σημερινό διεθνές δίκαιο είναι έκφραση του σημερινού συσχετισμού δυνάμεων στον κόσμο, είναι στην κύρια πλευρά του διεθνές δίκαιο της αστικής τάξης. Στο βαθμό που εκφράζει αρχές ισοτιμίας, ισονομίας και δημοκρατίας στις σχέσεις ανάμεσα σε χώρες και έθνη, έχει παραβιαστεί και παραβιάζεται συνεχώς κατάφωρα από τον ιμπεριαλισμό και τα όργανά του. Τα “συμφέροντα που κατευθύνουν τα τεκταινόμενα” είναι μια συνομωσιολογική προσέγγιση που μπορεί να συγκριθεί με την προπολεμική αντιεβραϊκή προπαγάνδα. Το παράδοξο είναι ότι αυτή την κινδυνολογία για τις “δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις” θα μπορούσαν να την ενστερνιστούν πρώτοι και καλύτεροι οι σημερινοί πολιτικοί οπαδοί της κατάλυσης της δημοκρατίας της Βαϊμάρης.
Στο άρθρο για τον “Χαρακτήρα του Ζητήματος της Διεθνούς Μετανάστευσης” αναγνωρίζονται δυο αστικές τάσεις στο ζήτημα, η αντιμεταναστευτική και η φιλομεταναστευτική. Στην συνέντευξη της ΡΣ διακρίνεται η μετατόπισή της από την δεύτερη σε μια ορισμένη μορφή της πρώτης: “Θα πρότεινα επομένως, να σκεφτείτε, ποιόν θα θέλατε να φιλοξενήσετε οικειοθελώς. Υπάρχουν πολυάριθμοι πρόσφυγες, οι οποίοι δραπετεύουν από τις μουσουλμανικές πατρίδες τους λόγω των όλο και αυξανόμενων θρησκευτικών διώξεων που υφίστανται. Μεταξύ αυτών για παράδειγμα πολυάριθμοι χριστιανοί και άλλες θρησκευτικές μειονότητες, οι οποίες συμβαδίζουν απόλυτα ή καλύτερα με το δυτικό σύστημα αξιών, και οι οποίες με την δική σας βοήθεια θα ενσωματωθούν παντελώς στην κοινωνία σας […] Θα ήταν προτιμότερο όλοι οι υπόλοιποι να εγκατασταθούν σε ένα άλλο μουσουλμανικό κράτος και να ζητήσουν άσυλο, να ψάξουν για εργασία και για μία καλύτερη ζωή, αντί να προσπαθούν να μας επιβάλλουν τις απαξιωτικές και μισόγυνες, μεσαιωνικές τους αξίες και να μας βλάψουν μακροπρόθεσμα ανεπανόρθωτα”.
Είναι άμεσα αντιληπτό ότι η συνολική τοποθέτηση της κυρίας γίνεται από την μεριά των αξιών της αστικής τάξης, της αστικής τάξης της Δύσης ειδικότερα, συμπεριλαμβάνοντας σ’ αυτές και τον Χριστιανισμό, σε αντιπαράθεση με το Ισλάμ, και αυτό το διακηρύσσει και το επαναλαμβάνει. Οι αρχές του Διαφωτισμού ήταν οι αρχές της αστικής τάξης όταν αυτή ήταν τάξη προοδευτική, σήμερα η επίκλησή τους γίνεται για να συγκαλύψει και να εξωραΐσει τον σημερινό βαθειά αντιδραστικό της χαρακτήρα. Οι λέξεις και όροι που χρησιμοποιεί, τονίζει ή και επαναλαμβάνει συνεχώς είναι “ευρωπαϊκές αξίες”, “δυτικό σύστημα αξιών”, “δικός μας πολιτισμός”, “ανθρώπινα δικαιώματα” και “ανθρωπιστικό σύστημα αξιών”, “ιδανικά”, “ελευθερία”, “ισοτιμία”, “μεταρρύθμιση”, “Διαφωτισμός”, “Χριστιανισμός”, “δυτικός/γερμανικός τρόπος ζωής”, “κοσμοθεωρία”. Φυσικά πρόκειται για μιαν εκατό στα εκατό αστική κοσμοθεωρία που στις συνθήκες μιας χώρας της Δ. Ευρώπης και της ΕΕ, παίρνει την μορφή μιας φιλοϊμπεριαλιστικής κοσμοθεωρίας των προνομιούχων. Αν όλο αυτό το λεξιλόγιο αντικατασταινόταν από τις λέξεις εκμετάλλευση, κέρδος, ψέμα, ηθική παρακμή, πολιτιστικός εκφυλισμός, έγκλημα, πόλεμος, πολιτισμένη βαρβαρότητα, θα απέδιδε πολύ πιο εύστοχα το “δυτικό σύστημα αξιών”. Η ΡΣ φαίνεται να θέλει συνεχώς να αποστασιοποιηθεί από την πολιτική και τους “πολιτικούς”, ωστόσο το κήρυγμά της είναι πολιτικό και έντονα ιδεολογικό. Χαρακτηρίζεται επίσης από μια ευδιάκριτη δόση ιμπεριαλιστικού σνομπισμού. Στην πηγή της η αντίφαση που την χαρακτηρίζει είναι αυτή μεταξύ του αστικού φιλοπροσφυγικού ανθρωπισμού και εθελοντισμού και του αστικού φεμινισμού (δεν παρατέθηκαν όλες οι σχετικές αναφορές που το κάνουν προφανές λόγω έκτασης, γιατί θα έπρεπε και να σχολιαστούν). Αυτή η αντίφαση λύνεται υπέρ του δεύτερου και την οδηγεί σε έναν έξαλλο αντιισλαμισμό. Δεν είναι ζήτημα προαίρεσης. Μπορούμε να δεχτούμε (μέχρις αποδείξεως του εναντίου), ότι στα γεγονότα που άμεσα γνωρίζει λέει την αλήθεια και σίγουρα εκφράζει μια πικρία. Επειδή όμως ήταν απροετοίμαστη γι’ αυτήν και επειδή η κοσμοθεωρία της είναι τέτοια, καταλήγει στην στάση που παίρνει και τις ιδέες που εκφράζει. Το πρόβλημα βρίσκεται στις γενικεύσεις που κάνει και κυρίως στην ερμηνεία των πραγμάτων, που είναι τόσο απότοκο των αντιλήψεών της όσο και παράγοντας διαμόρφωσης των απόψεων που υιοθετεί.
Δεν είναι παράξενο, ο απολίτικος ανθρωπισμός και ο αστικός αντιρατσισμός που ευδοκιμεί στις δυτικές χώρες, να μετατρέπεται μερικές φορές στο αντίθετό τους, μέσα στα πλαίσια πάντα της αστικής ιδεολογίας, είτε όπως εδώ, σε παθολογική φοβία για ορισμένες ιδιότητες των αντικειμένων του, σε στρατευμένο αντιισλαμισμό σαν ειδική μορφή του αστικού αντικληρικαλισμού.
Ο αντιισλαμισμός και το «εθνικό ζήτημα»
Φεύγοντας από το εσωτερικό της Γερμανίας που ήταν στο επίκεντρο της μαρτυρίας της ΡΣ, ευρύτερα στη Δ. Ευρώπη και στις ΗΠΑ η προκατάληψη προς το Ισλάμ και οι αντιισλαμικές τάσεις σχετίζονται κυρίαρχα με το ζήτημα του λεγόμενου ισλαμικού φονταμενταλισμού και της τρομοκρατίας. Η πραγματική αντίθεση, εθνική και κοινωνική που καλύπτεται κάτω από τον θρησκευτικό μανδύα δεν παύει να είναι η αντίθεση των λαών και χωρών της Μ. Ανατολής και ευρύτερα των μουσουλμανικών χωρών του Τρίτου Κόσμου κυρίως με τη Δύση. Στην Ελλάδα ωστόσο, μια χώρα που “ανήκει στην Δύση”, στην ΕΕ οικονομικά – πολιτικά, στο ΝΑΤΟ στρατιωτικά αλλά και στα τρία πεδία ευρύτερα, η ίδια αυτή αντίθεση δεν εστιάζει στην “τρομοκρατία” αλλά στο κυριότερο από τα λεγόμενα “εθνικά ζητήματα” (τα εισαγωγικά δηλώνουν πως δεν αποδίδουν αυτά την αληθινή ταυτότητα του εθνικού μας ζητήματος), τις σχέσεις με την Τουρκία. Η τρομοκρατία χρησιμοποιείται επικουρικά. Στην βάση του ιστορικού παρελθόντος, του χαρακτήρα του σημερινού τουρκικού πολιτικού καθεστώτος υπό τον Ερντογάν που χαρακτηρίζεται ισλαμικό αν και η Τουρκία παραμένει βασικά “κοσμικό” κράτος, και ακόμη της επιδίωξης της Ελλάδας να τονίσει τον ισλαμικό χαρακτήρα της Τουρκίας, προσδοκώντας έτσι συμπαράσταση από τη Δύση, αναπτύσσεται στην χώρα μας επίσης ένα αντιισλαμικό ρεύμα που υπερτίθεται στην από παλιά και για ιστορικούς λόγους αντιισλαμική πολιτική του κράτους αλλά και στάση της κοινωνίας. Περίτρανη απόδειξη αυτής της πολιτικής και στάσης είναι το γεγονός πως πέρασαν δεκαετίες μέχρι να κατασκευαστεί ένα τζαμί (που ολοκληρώθηκε μόλις πέρσι) και που ακόμη δεν έχει λειτουργήσει.
Στην πιο αφελή του μορφή η σύνδεση του αντιισλαμισμού με την Τουρκία είναι: Η Τουρκία είναι εχθρός μας, η Τουρκία σαν χώρα έχει θρησκεία το Ισλάμ, η κυβέρνησή της και ο Ερντογάν είναι ισλαμιστές (δεν είναι βλέπετε από τους “δημοκράτες” του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας που κυβερνούσε την χώρα για δεκαετίες), άρα μια ισλαμική χώρα, η κάθε ισλαμική χώρα, είναι εχθρός μας. Άρα το Ισλάμ είναι εχθρός μας. Άρα οι χριστιανικές χώρες που αντιπαρατίθενται σε αυτό είναι φίλοι μας. Το ΝΑΤΟ για παράδειγμα θα ήταν μια χαρά αν δεν είχε μέσα την Τουρκία. Η ΕΕ δεν πρέπει να δεχτεί την Τουρκία αφού είναι χώρα ισλαμική. Αυτή ωστόσο η καρικατούρα πολιτικής σκέψης δεν είναι και τόσο μακριά από την ελληνική πραγματικότητα. Και έχει ρίζες στο παρελθόν. Κατ αρχήν εδώ και πολλά χρόνια έχει συντελεστεί μια μεγάλη μετατόπιση στην πολιτική του ελληνικού κράτους απέναντι στις αραβικές χώρες που ήταν παραδοσιακά φιλική. Συνέβαινε βέβαια αυτές να είναι χώρες μουσουλμανικές. Θυμάται κανείς πως ακόμη και επί χούντας δηλαδή αμερικανοκρατίας, υπήρχε αυτή η φιλική πολιτική. Το Ισραήλ δεν διατηρούσε στην Ελλάδα πρεσβεία αλλά διπλωματική αντιπροσωπεία. Η πολιτική αυτή αλλάζει σταδιακά. Η βασική στροφή γίνεται την δεκαετία του ’90. Η αντιπροσωπεία του Ισραήλ αναβαθμίζεται σε πρεσβεία στις 21 του Μάη του 1990. Τη δεκαετία αυτή συντελείται σταδιακή απομάκρυνση από τον αραβικό κόσμο, πολιτική και οικονομική, και ραγδαία ενίσχυση των οικονομικών σχέσεων με το Ισραήλ. Η αλλαγή αυτή συνεχίζεται παράλληλα με την οικονομική ολοκλήρωση της Ελλάδας μέσα στην ΕΟΚ, ιδιαίτερα από όταν αυτή γίνεται ΕΕ. Φτάνουμε στην κυβέρνηση της «αριστεράς» του ΣΥΡΙΖΑ που ακολουθεί την πιο ανοικτά φιλοϊσραηλινή πολιτική που προχωράει μέχρι και σε στρατιωτική συνεργασία με τους σιωνιστές. Ο Τσίπρας επισκέπτεται τον Γενάρη του 2016 το Ισραήλ μαζί με πολλούς υπουργούς και συναντιέται με τον Νετανιάχου. Η πολιτική αυτή έχει καθαρά φιλοιμπεριαλιστικό χαρακτήρα αλλά συμπλέκεται ιδεολογικά και με τον εθνικισμό: η βασική δικαιολόγησή της γίνεται μέσω της μόνιμης επίκλησης του “εθνικού συμφέροντος” όπως άλλωστε συμβαίνει και με την ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
Το καλοκαίρι του 1974 γίνεται η τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Πρωθυπουργός ήταν τότε ο φιλοδυτικός κεμαλιστής και σοσιαλδημοκράτης Ετσεβίτ. Δυο ισλαμικές χώρες υποστηρίζουν στον ΟΗΕ τους εισβολείς και αναγνωρίζουν το τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος. Αυτές είναι το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι το Πακιστάν που παρείχε και υλική βοήθεια στην Τουρκία. Το Πακιστάν ήταν συγχρόνως βέβαια και χώρα φιλοδυτική. Ανήκε τότε μάλιστα στο ΣΕΝΤΟ, το αντίστοιχο σύμφωνο του ΝΑΤΟ στην Ν. Ασία υπό την αιγίδα των ΗΠΑ και τη συμμετοχή της Βρετανίας. Αυτή η στάση θα αποτελέσει μια πηγή αντιισλαμισμού στην Ελλάδα που θα είναι βέβαια καθοδηγημένος. Αργότερα μετά το 2000, το Πακιστάν θα συνδεθεί με την “τρομοκρατία” αν και ακολούθησε πλήρως τις ΗΠΑ στον μετέπειτα “πόλεμο κατά της τρομοκρατίας”. Η τότε φιλική στάση του Πακιστάν προς την Τουρκία είναι ο λόγος που αυτό θεωρείται από πολλούς εχθρική προς την Ελλάδα χώρα και αυτή η εχθρότητα μεταφέρεται από ορισμένους και προς τους Πακιστανούς μετανάστες οι οποίοι έχουν επίσης “συνδεθεί” με την τρομοκρατία. Τι θα έπρεπε όμως τότε να πει κανείς για τις ΗΠΑ που οργάνωσαν το πραξικόπημα στην Κύπρο και που ήταν βασικός λόγος για την τουρκική εισβολή την οποία άλλωστε στήριξαν; Ακόμη και η Σοβιετική Ένωση τότε μέσω ανακοίνωσης του πρακτορείου Τας έλεγε πως ο τουρκικός στρατός πήγε στην Κύπρο για να αποκαταστήσει την συνταγματική τάξη(!). Μετά την εισβολή το κυπριακό κράτος διατήρησε για δεκαετίες τις πολύ καλές σχέσεις που είχε με τις αραβικές χώρες και με τους Παλαιστίνιους. Στηρίχθηκε μάλιστα στην υποστήριξη των αδέσμευτων χωρών, πολλές μέσα στις οποίες ήταν μουσουλμανικές. Εδώ και αρκετά χρόνια η εξωτερική πολιτική του κυπριακού κράτους έχει ριζικά αναπροσανατολιστεί.
Η πιο ανοικτή εκδήλωση αυτής της αλλαγής ήρθε όταν τον Μάη του 2010 απέπλευσε η διεθνής ανθρωπιστική αποστολή του “Στόλου της Ελευθερίας” με έξι πλοία, με σκοπό να σπάσει τον ισραηλινό αποκλεισμό της Γάζας. Η αποστολή στελεχωνόταν από έξι διεθνείς οργανώσεις με 700 εθελοντές από τον αραβικό κόσμο, την Ελλάδα, την Κύπρο, την Τουρκία, την Ευρώπη και την Αμερική και μετέφερε 10.000 τόνους ανθρωπιστική βοήθεια. Ένα από τα πλοία, η “Ελεύθερη Μεσόγειος” ήταν ελληνικό εμπορικό με ελληνική σημαία, φορτωμένο με κατασκευαστικά υλικά. Από την πλευρά της Τουρκίας η συμμετοχή στην διοργάνωση της διεθνούς αποστολής έγινε από το Ίδρυμα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και Ελευθερίες και την Ανθρωπιστική Βοήθεια (ΙΗΗ), που ήταν ισλαμιστικό. Το τουρκικό πλοίο λεγόταν Μαβί Μαρμαρά. Η Κύπρος δεν επέτρεψε σε κανένα από τα πλοία ούτε και στο ελληνικό να ελλιμενιστεί, με το πρόσχημα ότι στον στολίσκο συμμετείχε αντιπροσωπεία από την Τουρκία, όπως επίσης απαγόρευσε να επιβιβαστούν στα πλοία Έλληνες βουλευτές και ευρωβουλευτές και που είχαν φθάσει στη Κύπρο για αυτόν τον σκοπό. Ακολούθησε η γνωστή ισραηλινή κρατική πειρατεία και σφαγή σε διεθνή ύδατα με 10 νεκρούς και 50 τραυματίες εθελοντές όλους από πραγματικά πυρά, απέναντι στην οποία η Κύπρος ανοικτά τάχθηκε με την μεριά του Ισραήλ. Η στρατηγική επιλογή της πολιτικής ηγεσίας της Κύπρου ήταν ενάντια στο Ισλάμ και τις αραβικές χώρες, σε συμμαχία με το Ισραήλ. Τώρα βασίζεται στην στρατιωτική και οικονομική συνεργασία με την χώρα αυτή (μαζί και με την Ελλάδα και την Αίγυπτο), για την μελλοντική εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ. Η αθλιότητα αυτή της πολιτικής ηγεσίας της Κύπρου δεν πρόκειται να ωφελήσει αλλά θα βλάψει τον κυπριακό λαό. Στην Ελλάδα που είναι ευθυγραμμισμένη με την κυπριακή αντιαραβική και αντιπαλαιστινιακή πολιτική, είναι πολλοί αυτοί στον πολιτικό χώρο, στα ΜΜΕ και αλλού που υποκινούν και ενθαρρύνουν τον αντιισλαμισμό.
Πέρα από το ζήτημα με την Τουρκία και το θέμα της Κύπρου, ένα άλλο ζήτημα που συνδέεται όμως με την Τουρκία, επίσης είναι παράγοντας αντιισλαμισμού. Πρόκειται για την λεγόμενη «μουσουλμανική μειονότητα» της Θράκης που κατά ένα μεγάλο μέρος είναι τουρκική εθνική μειονότητα, όπως Έλληνες και όχι απλά «χριστιανοί» είναι όσοι έμειναν στην Τουρκία. Αυτοί οι μουσουλμάνοι επίσημα είναι “Έλληνες πολίτες”. Επειδή όμως είναι εθνικά Τούρκοι και επειδή επίσης αυτοί υπέστησαν στα παρελθόν μεγάλη καταπίεση και διακρίσεις από το ελληνικό κράτος, ορισμένες από τις οποίες διατηρούνται και σήμερα (και αυτός είναι ένας λόγος που προσκολλήθηκαν στην εθνική τους ταυτότητα), είναι φυσικό να προσβλέπουν στην Τουρκία. Αφού λοιπόν χαρακτηρίζονται απλά μουσουλμάνοι και όχι Τούρκοι, η εθνική αντίθεση περνάει εδώ αποκλειστικά μέσα από την θρησκευτική ταυτότητα, φορτίζει παραπέρα αρνητικά για τους Έλληνες την ισλαμική θρησκεία. Επίσης κατά του Ισλάμ χρησιμοποιείται και ο “τζιχαντισμός” με τον οποίο φέρεται η Τουρκία να συνεργάζεται. Θυμάται κανείς τις αντιτζιχαντιστικές κορώνες του Καμένου, εταίρου στην κυβέρνηση της “αριστεράς” που ταυτόχρονα πρόσφερε αεροπορική βάση στις ΗΠΑ στην Κάρπαθο και έκανε δηλώσεις πίστης και υποταγής στην Αμερική που πάντα “συμπαραστάθηκε” στην Ελλάδα σε αντιδιαστολή με την Ευρώπη (μόνος πραγματικός σύμμαχος της χώρας μας είπε ήταν οι ΗΠΑ, “ήμασταν στην ίδια πλευρά στους δύο παγκοσμίους πολέμους … στον Ψυχρό Πόλεμο … στην Κορέα, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ … στα Βαλκάνια …”), δηλώσεις που είχαν να γίνουν από την εποχή του Παπάγου. Στο ίδιο μοτίβο αντισλαμισμού και αντιτζιχαντισμού κινείται και όλος ο ακροδεξιός χώρος και βέβαια και η Χρυσή Αυγή. Αυτό βέβαια δεν ξενίζει, είναι φυσικό. Το “αφύσικο” εμφανίζεται όταν στην ίδια ρότα πλέουν οντότητες της αριστεράς. Στο παρελθόν με τον πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία, οι δεξιοί και ακροδεξιοί που υποστήριζαν την Σερβία το έκαναν σε βάση εθνικιστική – “γεωπολιτική” και βασικό στοιχείο στην προσέγγισή τους για την Βοσνία και το Κοσσυφοπέδιο ήταν η αντίθεσή τους με το Ισλάμ, τους Βόσνιους μουσουλμάνους και τους Κοσσοβάρους. Η αριστερά τότε την στάση της υπέρ της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας και μετά υπέρ της Σερβίας σωστά την τοποθετούσε σε βάση αντιιμπεριαλιστική, ανεξάρτητα του πόσο πράγματι και σε κάθε περίπτωση και σε τι βαθμό ο αντιιμπεριαλιστικός χαρακτήρας της πάλης ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Αυτό έχει πάψει να συμβαίνει σήμερα σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό για πολλούς. Κατ’ αρχήν ο “αντιτζιχαντισμός” χαρακτηρίζει ανεξαιρέτως τόσο τους δεξιούς όσο και τους αριστερούς. Τζιχάντ όμως είναι για τους μουσουλμάνους ο ιερός πόλεμος. Βέβαια θα υποστηριχθεί ότι εδώ πρόκειται για ακραία εκδοχή του Ισλάμ, για μια μειοψηφία που χρησιμοποιεί την τρομοκρατία και μάλιστα, ιδιαίτερα από την αριστερά, θα υποστηριχθεί πως εξυπηρετεί άλλα συμφέροντα “στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού” κοκ. Θα δειχτεί πως δεν πρόκειται γι’ αυτό, απλά ο αντιισλαμισμός μπορεί πιο ελεύθερα και ανοικτά να εκφραστεί μέσω του “αντιτζιχαντισμού”. Πρώτα – πρώτα υπάρχει ο ισχυρισμός πως η Τουρκία του Ερντογάν συνεργάζεται με τους “τζιχαντιστές”. Η Τουρκία έχει δεχτεί στο έδαφός της επιθέσεις από οργανώσεις που χαρακτηρίζονται έτσι με πιο πρόσφατη την μεγάλη επίθεση της πρωτοχρονιάς του 2017 από το Ισλαμικό Κράτος. Ο τουρκικός στρατός διεξήγε μάχες με το Ισλαμικό Κράτος μέσα στην Συρία. Η Τουρκία υποστηρίζει στην Συρία συγκεκριμένες οργανώσεις της τουρκμενικής ή τουρκικής μειονότητας. Ορισμένες από αυτές συνεργάζονται ή είναι ενταγμένες στον FSA (Ελεύθερο Συριακό Στρατό που έχει γενικά φιλοδυτική κατεύθυνση), ενώ μια συνεργάζεται με το SDF (Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις) των Κούρδων, το οποίο βέβαια είναι αντίθετο στην Τουρκία. Καμιά δεν είναι “τζιχαντιστική”, αντίθετα έχουν πολεμήσει κατά του Ισλαμικού Κράτους. Την υποστήριξη αυτή πιθανότατα χρησιμοποιεί για να έχει λόγο στο εσωτερικό της Συρίας ή και για να εγείρει εδαφικές διεκδικήσεις επειδή έχει τέτοιες βλέψεις τόσο όσον αφορά την Συρία όσο και το Ιράκ. Όμως οι Τουρκμένοι είναι θύματα του καθεστώτος Άσαντ που τους εκτόπισε μαζικά από τα χωριά τους και μετέτρεψε μεγάλο μέρος τους σε πρόσφυγες. Οι Ρώσοι προστάτες του καθεστώτος, με μαζικούς βομβαρδισμούς ξερίζωσαν εκατοντάδες χιλιάδες Τουρκμένους από την περιοχή της Λατάκειας. Ο άλλος λόγος που επεμβαίνει η Τουρκία στην Συρία έχει να κάνει με τους Κούρδους, την δράση των οποίων χαρακτηρίζει “τρομοκρατία” όπως το ίδιο κάνει και με το Ιράκ και ακόμη περισσότερο με τους Κούρδους μέσα στην Τουρκία. Η συνεργασία με τους “τζιχαντιστές” αποτελεί έναν ανυπόστατο ισχυρισμό. Και όσον αφορά τους άλλους, κατεξοχήν τους δεξιούς και ακροδεξιούς η λογική του ισχυρισμού είναι απλή. Σύνδεση της αντιτουρκικής στάσης με την αντιισλαμική προπαγάνδα και επιχείρημα για να στραφεί η Δύση κατά της Τουρκίας. Όσον αφορά την αριστερά όμως;
Πως γίνεται εν ονόματι της αντίθεσης στους ισλαμιστές και την Μουσουλμανική Αδελφότητα που υποστηρίζουν την κυβέρνηση της Τρίπολης στην Λιβύη και την οποία έχει προσεγγίσει η Τουρκία, να χαιρετίζουμε ελεεινά τομάρια σαν τον Χαφτάρ παραβλέποντας ότι είναι όργανο υποστηριζόμενο και χρηματοδοτούμενο κατά καιρούς από όλους τους ιμπεριαλιστές και αντιδραστικούς (ΗΠΑ, Γαλλία, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Αίγυπτο, ΗΑΕ κοκ), που μοιράζει δεξιά και αριστερά συμβόλαια με κοιτάσματα πετρελαίων της Λιβύης; Η κυβέρνηση και οι αστοί τον υποδέχθηκαν με τιμές ενώ δεν αντιπροσωπεύει τίποτα παρά έναν στρατιωτικό στασιαστή, αριστεροί όμως δικαιολογείται να τον χειροκροτούν; Αλλά ακόμη επειδή ο Ερντογάν τάχθηκε στα λόγια υπέρ του Κασμίρ, η αριστερά θα έπρεπε να υποστηρίξει την Ινδία στην θηριώδη καταπίεση του λαού και έθνους του Κασμίρ, που θέλει ανεξαρτησία, καταπίεση που ασκείται από την χώρα αυτήν και από την φασιστική κλίκα του Μόντι; Είμαστε μόνον κατά της κατοχής της Κύπρου και την καταπίεση όσων βρίσκονται κάτω από τον ζυγό της Τουρκίας και υπέρ της κατοχής της Παλαιστίνης από το Ισραήλ ή αδιαφορούμε γι’ αυτήν, όπως κάνει η αστική τάξη αρκεί να ερχόμαστε σε αντίθεση με την πολιτική της Τουρκίας; Είμαστε κατά του αγώνα του Κασμίρ για ανεξαρτησία από την Ινδία επειδή γίνεται από ένα έθνος με θρησκεία μουσουλμανική και για το οποίο ο Ερντογάν λέει λόγια υποστήριξης, και τασσόμαστε υπέρ της κυριαρχίας της Ινδίας στο Κασμίρ την οποία ο Ερντογάν “αμφισβητεί”; Και πως γίνεται να είμαστε υπέρ των προσφύγων και να πηγαίνουμε στις παραλίες των νησιών να τους υπερασπιστούμε ενώ συγχρόνως υποστηρίζουμε το καθεστώς του Άσαντ -και μάλιστα πανηγυρίζουμε για τις “επιτυχίες” του- και τους Ρώσους ιμπεριαλιστές που διεξάγοντας εδώ και χρόνια μαζικούς βομβαρδισμούς είναι σήμερα ο μεγαλύτερος τροφοδότης προσφύγων πολέμου προς την Ευρώπη; Δεν είναι αυτό μια άθλια υποκρισία; Αλλά σχεδόν όλη η αριστερά υποστηρίζει τον σφαγέα Άσαντ στο όνομα της “ανεξαρτησίας” και της “εδαφικής ακεραιότητας” της Συρίας (ανεξαρτησίας που δεν την θίγει καθόλου η ρωσική επέμβαση), και επίσης στο όνομα της πάλης κατά του ισλαμισμού και του “τζιχαντισμού”. Το πόσο ποτισμένη είναι ωστόσο η ελληνική αριστερά από τον αντισλαμισμό (και άρα επιδεκτική από την άποψη αυτή στον εθνικισμό), το δείχνει πιο καθαρά από κάθε τι άλλο η στάση της στην σύγκρουση στο Αφγανιστάν. Εκεί οι μουσουλμάνοι αντάρτες (Ταλιμπάν) δεν πολεμούν κάποιους άλλους παρά τους Αμερικάνους και το ΝΑΤΟ και την εγκάθετη κυβέρνηση της Καμπούλ που χωρίς την ξένη επέμβαση και κατοχή δεν θα υπήρχε. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνον σήμερα (τουλάχιστον μέχρι την 1η Μάρτη που συνάφθηκε ανακωχή), αλλά από τον Οκτώβρη του 2001, εδώ και 20 σχεδόν χρόνια. Πρόκειται για έναν κατ΄εξοχήν αντιιμπεριαλιστικό πόλεμο εναντίον των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, στο οποίο συμμετέχει και η Ελλάδα, ωστόσο σχεδόν όλη η αριστερά τηρεί σιγήν ιχθύος, δεν βγάζει άχνα επί το λαϊκότερον γιατί τον αντιιμπεριαλισμό της τον ευνούχισε ο αντιισλαμισμός. Και αντιισλαμισμός δεν είναι μόνον να στρέφεσαι κατά της θρησκείας της πλειοψηφίας των προσφύγων.
Στην σημερινή κρίση στα σύνορα, το αντικειμενικό στοιχείο που συνδέει την Τουρκία του Ερντογάν με τους πρόσφυγες είναι η θρησκεία. Στη βάση αυτή η αστική τάξη έχει συμφέρον να καλλιεργήσει τον αντιισλαμισμό, επομένως η αριστερά έχει λόγους να τον καταπολεμήσει. Είναι όμως σε θέση να το κάνει; Δεν φαίνεται κάτι τέτοιο. Τα βασικά επιχειρήματά της είναι η τραγική κατάσταση των προσφύγων (ανθρωπισμός) και η γενικόλογη καταγγελία του ιμπεριαλισμού που κάνει πολέμους και φέρνει πείνα και δυστυχία (όταν η αναφορά από γενική γίνεται συγκεκριμένη, είναι επιλεκτική όσον αφορά την ταυτότητα των ιμπεριαλιστών). Και πράγμα ακόμη πιο σημαντικό, παρουσιάζει τους λαούς μόνον ή κυρίως σαν θύματα (πρόσφυγες) και όχι σαν αντιστεκόμενους.
Ενώ η συνέντευξη της ΡΣ ανάδειξε μια μορφή αντιισλαμισμού στις δυτικές κοινωνίες, αυτά που παρατέθηκαν για την Ελλάδα αναδείχνουν άλλες μορφές του. Ο αντιισλαμισμός μπορεί να αναλυθεί ως προς το πεδίο αναφοράς και εφαρμογής του και ως προς τις ιδεολογικές πηγές του. Τα βασικά πεδία αναφοράς και εκδήλωσής του είναι το προσφυγικό ζήτημα, η τρομοκρατία και η εθνική αντιπαράθεση. Στη Δύση τα πεδία αναφοράς και εκδήλωσης είναι η τρομοκρατία και το προσφυγικό ενώ η ιδεολογική πηγή του είναι η ιμπεριαλιστική ιδεολογία Αυτή συμπεριλαμβάνει σαν βασικό της στοιχείο τον εθνικό σωβινισμό που όμως καθόλου δεν την εξαντλεί και τον φασισμό σαν ειδική μορφή της. Στην Ελλάδα το βασικότερο πεδίο αναφοράς είναι η εθνική αντιπαράθεση με την Τουρκία και μετά το προσφυγικό. Οι ιδεολογικές πηγές του είναι εδώ ο εθνικισμός που περιλαμβάνει και τον φασισμό και ο φιλοιμπεριαλισμός. Ειδικά για την αριστερά που σε μεγάλο βαθμό είναι επιδεκτική στις πηγές αυτές πρέπει να προσθέσουμε και τον «αριστερό» δογματισμό.
Υπάρχει στον κόσμο φιλοδυτικός ισλαμισμός και αντιδυτικός ισλαμισμός που είναι σχεδόν πάντα αντιιμπεριαλιστικός ισλαμισμός. Παρόμοια υπάρχει φιλοδυτικός αντιισλαμισμός και φιλορώσικος αντιισλαμισμός. Οι Έλληνες σωβινιστές, αστοί, ψευτοαριστεροί που η φύση τους αποκαλύφθηκε, αλλά και άλλοι μέσα στην αριστερά, αισθάνονται πως είτε η Δύση είτε η Ανατολή (Ρωσία) θα σταθεί ευνοϊκά προς την Ελλάδα αν επιδοθούμε σε αντιισλαμική – αντιτζιχαντιστική ρητορική και υψώσουμε την αντιισλαμική σημαία. Την Τακίγια σαν μουσουλμανική εξαπάτηση προβάλλει και η Χρυσή Αυγή και διάφοροι άλλοι ειδικευμένοι ή ειδικευόμενοι στις αντιισλαμικές σπουδές. Είναι πολλοί αυτοί που ενώ καταφέρονται κατά του Ισλάμ και των “τζιχαντιστών” υπερασπίζουν “κοσμικά” καθεστώτα όπως της Συρίας, της Αιγύπτου ή της Αλγερίας (σφαγέων των λαών τους) που στηρίζονται στον ιμπεριαλισμό (και τέτοια ήταν στο παρελθόν το κεμαλικό καθεστώς στην Τουρκία και το καθεστώτος του Σάχη στο Ιράν), και ακόμη την πολιτική της Ρωσίας, μεγάλου σφαγέα της Τσετσενίας και νεοτσαρικό καταπιεστή των μουσουλμάνων του Καυκάσου. Όταν επικράτησε εκεί η σοβιετική εξουσία, ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι, την αντίθεση των λαών της Ανατολής προς την αποικιοκρατία, και ανάμεσά τους αυτήν των μουσουλμανικών λαών και το κάλεσμά τους για ιερό πόλεμο, επιδίωξαν να τα εκφράσουν σαν κάλεσμα για την κατάλυση της αποικιοκρατίας των εθνών της Δύσης (την κατάλυση της ρωσικής αποικιοκρατίας την είχε φέρει η επανάσταση), και δίνοντάς τους αντιιμπεριαλιστικό και παραπέρα κοινωνικό χαρακτήρα. Έβλεπαν καλά το μεγάλο δυναμικό της αντίθεσης προς τον ιμπεριαλισμό των ισλαμικών κινημάτων και των μουσουλμανικής θρησκείας λαών. Δεν ούρλιαζαν κατά των “τζιχαντιστών”. Υιοθέτησαν την ίδια την ορολογία του “τζιχάντ” στρέφοντάς την κύρια κατά των Βρετανών και Γάλλων αποικιοκρατών, τονίζοντας ότι αυτός θα ήταν ένας “ιερός πόλεμος” διαφορετικός από τους παλιούς, με εθνικό αλλά και ταξικό περιεχόμενο.
Είναι τελικά δυνατόν να πιστεύουμε πως με την αντιισλαμική υστερία θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα των προσφύγων ή οι διαφορές της Ελλάδας με την Τουρκία; Μα αυτό οδηγεί κατευθείαν στο διάλεγμα πλευράς στην σύγκρουση στην Μ. Ανατολή με τα δυτικά “χριστιανικά” έθνη, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Στην “υπεράσπιση της Ευρώπης” από το Ισλάμ. Να μην γίνει δεκτή η Τουρκία αλλά να μείνουμε μέσα εμείς. Αντί να ζητάμε εμείς να φύγουμε από το ΝΑΤΟ θα ζητάμε να διώξει το ΝΑΤΟ την Τουρκία! Η ελληνική αστική τάξη, πολλοί δεξιοί και ακροδεξιοί θα το ήθελαν. Επιθυμεί κάτι τέτοιο η αριστερά; Όποιος μέσα στην αριστερά το επιθυμεί ας έχει το θάρρος να το πει.